Θέλω να ζω όπως θέλει ο Θεός και όχι όπως εγώ θέλω
Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν όπως θέλουν αυτοί, με δικές τους αρχές και μάλιστα θέλουν να ζήσουν αιώνια αν είναι δυνατόν. Μάλιστα, θα ήθελαν να ζήσουν και άφθαρτοι και να είναι πάντα νέοι. Αυτό το λέω, διότι σήμερα, όλοι τρέχουν για botox, άλλοι για κρέμες, άλλοι παίρνουν πρωτεΐνες, άλλοι ξεκινούν το τρέξιμο και κάνουν ό,τι μπορούν για να φαίνονται νέοι. Αυτό δεν είναι κακό. Είναι πολύ καλό, διότι φανερώνει ότι όλοι αγαπούν την ζωή. Όταν αγαπάς την ζωή, αγαπάς τον Θεό. Το κακό είναι, ότι θέλει ο καθένας να ζήσει με τον δικό του τρόπο και όχι με τον τρόπο που συστήνει ο Θεός, γι’ αυτό και έρχεται ο θάνατος. Την ζωή την αυξάνει η Σοφία του Θεού, το αγαθό, και πάντα αυτή η ζωή έρχεται από μέσα και όχι απ’ έξω, αλλά έστω κι έτσι, οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν. Ο δικός μας τρόπος όμως, έχει αποδειχθεί, ότι είναι εωσφορικός και κακός, γι’ αυτό και δεν τα καταφέρνουμε. Έτσι, έξαφνα έρχεται ο όλεθρος στην ζωή μας. Με την λέξη όλεθρο, εννοώ ότι έρχεται έξαφνα ο θάνατος και αυτός τα διαλύει όλα. Είναι βέβαιον, ότι δυστυχώς όλοι σχεδόν οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν εις βάρος των άλλων και όλοι ψάχνουν για θύματα. Αν κάποιος έρχεται στην ζωή μας για να ενωθούμε μαζί του, ρωτάμε ποιος είναι, αν έχει χρήματα, τι αμάξι έχει, τι δουλειά κάνει, αν για παράδειγμα ένας άνθρωπος είναι απλός και δεν κατέχει κάποια σπουδαία κατά κόσμο κοινωνική θέση και είμαστε γονείς, λέμε στα παιδιά μας, «εγώ σε σπούδασα και εσύ όλους τους άχρηστους μαζεύεις στην ζωή σου». Μάλιστα όλοι οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν με εγωισμούς, με πονηρίες, με το να εκμεταλλεύονται συνανθρώπους τους. Η εκμετάλλευση αυτή, όσο και αν φαίνεται παράξενο, ξεκινά από την ίδια την οικογένεια. Πώς γίνεται αυτό. Θα φέρω μερικά παραδείγματα. Κάθε μέρα, όλοι μας γυρίζουμε από την δουλειά, φτάνουμε σπίτι και λένε π.χ. τα παιδιά ή ο άνδρας στην γυναίκα αντίστοιχα «τι φαγητό έκανες μάνα/γυναίκα;». Και αυτή η μάνα πάντα κάτι έχει. Αν δεν έχει μία μέρα ή δύο συνεχόμενες ή δεν έκανε τα γούστα όλων -δεν φτάνει που τους έφτιαξε φαγητό, έχουν και γούστα τα μέλη της οικογένειας, έχουν απαιτήσεις, δίνουν παραγγελία, «εγώ θέλω αυτό, εγώ θέλω εκείνο κλπ.»- τότε αρχίζουν την γκρίνια. Στην συνέχεια απελπίζονται και στρέφονται εναντίον της μητέρας. Η μητέρα λέει μέσα της «καλά, τι άνθρωποι είναι αυτοί; Αντί να μου πουν ευχαριστώ, κάνουν και παράπονα». Έπειτα, αν και η μητέρα θυμώσει, επιτίθεται στα παιδιά και στον άνδρα, και όλοι μετά κλείνονται στο δωμάτιο τους και δεν βγαίνουν από εκεί. Ο εγωισμός κρατάει για ώρες. Κάθε μέρα άμα ζεις έτσι, αυτό δεν λέγεται ζωή. Αν βγουν μετά την φασαρία πάλι όλοι έξω, λένε π.χ. τα παιδιά «μάνα, που είναι τα ρούχα μου;». Αν δεν είναι έτοιμα, αρχίζουν την γκρίνια. Ποτέ δεν σκέφτηκαν, να φτιάξουν αυτά τα παιδιά ένα φαγητό, να πλύνουν τα πιάτα, να μαζέψουν τα ρούχα ή να πάρουν, αν έχουν χρήματα, φαγητό απ’ έξω, για να ξεκουράσουν λίγο την μάνα τους ή ο ένας τον άλλον από κάποια φορτία που σηκώνει ο ένας παραπάνω από τον άλλον. Μάλιστα δεν σκέφτονται, να της πάρουν ένα δώρο της μάνας ή του πατέρα για τα όσα τους προσφέρουν, διότι το θεωρούν δεδομένο. Και ναι, φυσικά και είναι δεδομένο, οι γονείς να προσπαθούν να κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για τα παιδιά τους, αλλά αφού τα παιδιά μεγαλώσουν, θα πρέπει και αυτά να πουν ένα ευχαριστώ. Δεν είναι κάτι που το θέλουν οι γονείς αλλά δείχνεις ότι είσαι άνθρωπος. Αντί για ευχαριστώ, πολλά παιδιά έχουν μόνο απαιτήσεις ή διεκδικήσεις. Αν μάλιστα καμιά φορά πάρουν ένα δώρο στους γονείς από τα δικά τους χρήματα και μάλιστα φθηνό -αφού πρώτα θα έχουν πάρει από τους γονείς ας πούμε 10.000 ευρώ- τάχα για να τους ευχαριστήσουν, οι καημένοι οι γονείς συγκινούνται έστω και με τα ψέματα. Τα παιδιά ακόμα δεν σκέφτονται, να κάνουν στους γονείς ένα τραπέζι σε μία ταβέρνα, να τους υπηρετήσουν, να πληρώσουν ένα λογαριασμό στο σπίτι, ΔΕΗ, νερό, τηλέφωνο ή να τους πάρουν ένα δώρο για τα τόσα καλά που προσφέρουν οι γονείς σε αυτά. Τώρα οι γονείς, αν και κάνουν πολλά για τα παιδιά, θέλουν τα παιδιά να είναι, όπως αυτοί καταλαβαίνουν ότι πρέπει να είναι. Για παράδειγμα λένε «παιδί μου κάνε ό,τι θέλεις.» αλλά στην συνέχεια τους τρελαίνουν το μυαλό με το να κάνουν, αυτό που θέλουν αυτοί. Έτσι, έρχονται πάλι οι συγκρούσεις και η γκρίνια. Όλοι, κατά παράξενο τρόπο, ζουν σαν να είναι συστεγασμένοι εχθροί. Οι γονείς, ενώ οι ίδιοι έβγαλαν ένα δημοτικό, απαιτούν από τα παιδιά τους πολλά. Συνέχεια τους λένε «παιδί μου να μάθεις πιάνο, κιθάρα, να γυμνάζεσαι, να πάρεις καλούς βαθμούς και δεν θέλω να σε πιέσω αλλά γιατρός θέλω να γίνεις. Και όταν παιδί μου έρθει η ώρα, να παντρευτείς». Αν είναι κοπέλα το παιδί, της λένε «να ανοίξεις τα μάτια σου και να πάρεις καλό γαμπρό, να είναι πλούσιος», αν είναι αγόρι «να φέρεις καλή νύφη. Μην πάρεις καμία του δρόμου και πριν αποφασίσεις για γάμο, να την φέρεις την νύφη από εδώ να την δούμε και εμείς, να πάρεις και μια δεύτερη γνώμη. Πρόσεχε να είναι καλή, να είναι εργατική, να σε υπακούει.». Με αυτόν τον τρόπο, πάλι έρχονται οι συγκρούσεις. Αυτά τώρα όλα που θέλουν οι γονείς, δεν τα έχει κανένας άνθρωπος, και αν τα έχει -σπάνια περίπτωση- απλά προσποιείται, για να πετύχει τον σκοπό του. Ούτε στα παραμύθια δεν υπάρχουν αυτά που θέλουν οι γονείς, και που στην συνέχεια τα ψάχνουν και τα παιδιά, και ο λόγος ένας, διότι οι άνθρωποι δεν αγάπησαν την Σοφία του Θεού. Καλούς ανθρώπους, δεν φτιάχνουν οι γονείς, αλλά ο Θεός φτιάχνει καλούς γονείς, καλά παιδιά, με φιλότιμο, με αρχές, με αγάπη, με αξίες που έχουν σαν βάση την ταπεινοφροσύνη. Οι γονείς θα πρέπει να μεταδίδουν στα παιδιά τους την Σοφία του Θεού. Αυτή φτιάχνει ανθρώπους. Μάλιστα να τους συστήνουν να διαβάζουν, εκτός από βιβλία καθηγητών πανεπιστημίου ή μεγάλων γιατρών ή μεγάλων φιλοσόφων, να διαβάζουν και τους γιατρούς της ψυχής όπως π.χ. Παΐσιος, Πορφύριος, Μάξιμος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Μέγας Βασίλειος, Άγιος Αντώνιος κλπ. με αποκορύφωμα όλων τον Λόγο του Θεού. Τα βιβλία του Θεού φτιάχνουν γονείς και παιδιά. Όπου λείπει ο Θεός, όλα καταστρέφονται, και οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια γίνονται θρύψαλα, εχθρικές. Όταν οι άνθρωποι γνωρίσουν την Σοφία του Θεού, τότε ναι, η οικογένεια θα δουλεύει σαν μια συμφωνική ορχήστρα. Μια φορά ήταν μία μητέρα που είχε δύο παιδιά, το ένα αγόρι και το άλλο κορίτσι. Ήρθε ο καιρός, παντρεύτηκαν και τα δύο παιδιά. Μετά από δύο χρόνια, αποφασίζουν οι γονείς να πάνε από 15 μέρες στο κάθε παιδί, να μείνουν στο σπίτι τους. Πήγαν πρώτα στην κοπέλα. Οι γονείς παρατηρούσαν το ανδρόγυνο. Η κοπέλα έλεγε στον άνδρα της «αγάπη μου, πήγαινε τα σκουπίδια στο δρόμο». Αμέσως ο γαμπρός έτρεχε. Μετά έλεγε «τι φαγητό έχουμε σήμερα αγάπη μου;» και ο γαμπρός απαντούσε «κρέας με πατάτες», «μπράβο αγάπη μου» έλεγε πάλι η κοπέλα. Οι γονείς, βλέποντας ότι η κόρη τους κάνει τον γαμπρό τους ό,τι θέλει, φεύγουν χαρούμενοι, ικανοποιήθηκαν πολύ. Όταν έφυγαν, έλεγαν μεταξύ τους «μωρέ μπράβο η κόρη μας! Τον κάνει ό,τι θέλει τον γαμπρό μας» και γελούσαν. Ήρθε ο καιρός να πάνε στο αγόρι. Αφού έμειναν και παρατηρούσαν την ζωή τους, είδαν κάτι που τους αναστάτωσε. Είδαν την νύφη τους να λέει στον γιο τους «αγάπη μου, τι φαγητό έκανες;», «έκανα παϊδάκια» απαντάει το αγόρι, «μπράβο αγάπη μου. Μπορείς σε παρακαλώ, επειδή θέλω να φτιάξω τα νύχια μου, να βγάλεις τα ρούχα από το πλυντήριο; Πήγαινε να πάρεις τα παιδιά και πρόσεχε μην καεί το φαγητό». Οι γονείς, καρφάκια τα μαλλιά, «αν είναι δυνατόν» έλεγαν «να συμβαίνει αυτό στον γιο μας. Αυτή τον κάνει ό,τι θέλει. Πω πω, τι πάθαμε!». Ενώ η κόρη τους, που έκανε τον γαμπρό ό,τι ήθελε, ήταν έξυπνη, «του έβαλε τα δυο πόδια» έλεγαν «σε ένα παπούτσι», το αγόρι τους, που η νύφη τους του έλεγε να κάνει δουλειές, αυτό τους θύμωνε, τους νευρίαζε. Μάλιστα ένα πρωί ακούνε μια φωνή. Έλεγε η νύφη στον γιο τους «αγάπη μου, ξέχασα να πάω τα σκουπίδια, περνάει η σκουπιδιάρα, τρέξε!». Μόλις το είδαν και αυτό, κόντεψαν να πάθουν εγκεφαλικό. Βλέπετε πώς ενεργούμε; Πώς σκεφτόμαστε; Άντε τώρα να μας δώσει ο Θεός και άφθαρτη ζωή. Τώρα θυμήθηκα ένα περιστατικό. Θυμάμαι, δούλευα στην Πρέβεζα και μέναμε στην Άρτα. Ήρθαν οι γονείς μου στο σπίτι μου. Είχα την γιορτή μου. Εμείς στο σπίτι, βοηθάμε ο ένας τον άλλον, μοιραζόμαστε. Εκείνη την ημέρα η Ρούλα έφτιαχνε γλυκό, φαγητό κι εγώ είχα πάρει την σκούπα να σκουπίσω. Εκεί που σκούπιζα, βλέπω τον πατέρα μου να ανάβει τσιγάρο «ωχ» λέω, «θα νομίσει ότι η Ρούλα με έβαλε να σκουπίσω». Εκείνη την ώρα παίρνω στροφές, αφού είχα τελειώσει πρώτα το σκούπισμα, και λέω τάχα με νεύρα στη Ρούλα «Ρούλα! Έλα εδώ! Εμπρός γρήγορα! Πάρε την σκούπα και σκούπισε!». Εκείνη την ώρα ο πατέρας μου πήρε ανάσα και θα σκέφτηκε «α, εντάξει, ο Θωμάς κάνει κουμάντο». Επιστρέφουμε στο θέμα μας που αφορά την οικογένεια. Λένε τα παιδιά, «πατέρα, μάνα, θέλω χρήματα, δεν φτάνουν όσα έχω, θέλω κι άλλα». Και οι γονείς, ό,τι έχουν και δεν έχουν, και από το υστέρημα ακόμα, το προσφέρουν στα παιδιά. Όταν τα παιδιά έχουν δικά τους χρήματα, δεν λένε ποτέ «θα πληρώσω το ρεύμα εγώ αυτό το μήνα, θα πάω να πάρω φαγητό». Όταν γεράσουν οι γονείς, τα παιδιά λένε «εγώ δεν τους θέλω, έχω δουλειά», ο άλλος το ίδιο. Τους παίρνει ας πούμε ο ένας, και μετά μαλώνουν τα παιδιά μεταξύ τους, για το ποιος θα παίρνει την σύνταξη. Μετά άλλη φασαρία, για το ποιος θα πάρει το κάτω σπίτι ή το πάνω σπίτι, καθώς λένε «εγώ τους φύλαξα περισσότερο, εσύ δεν ήρθες ποτέ να τους δεις». Στο τέλος μαλώνουν τα αδέλφια. Είδατε που λέει ο Λόγος του Θεού Ματθ. 10,36 καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ. Αυτά τώρα όλα, θα πρέπει να αλλάξουν. Να βάλουμε τον Χριστό, να έρθει η αγάπη, να μοιραζόμαστε, να βοηθάμε, να συγχωρούμε, να μην βλέπουμε λάθη. Θα πρέπει, αν θέλουμε να αλλάξει ο κόσμος, να αλλάξουμε εμείς, η οικογένειά μας. Αν εμείς σαν οικογένειες, ζούμε χωρίς αγάπη, μην περιμένουμε και γύρω μας οι άλλοι να έχουν αγάπη. Όλοι πρέπει να γίνουν ένα, για να γίνει και το έθνος ένα, ο λαός του Θεού ένα. Οι βασικοί πυλώνες για την αλλαγή, βρίσκονται στην οικογένεια. Ένα χρειάζεται, να προστεθεί το Ευαγγέλιο του Χριστού στην ζωή μας. Από την αρχή που φτιάχνουμε οικογένεια, η εφαρμογή του ηθικού νόμου δημιουργεί βάσεις για μια ευλογημένη ζωή. Το Ευαγγέλιο, όταν το σπουδάζεις από παιδικής ηλικίας, δημιουργεί συνθήκες ευλογημένης ζωής. Η σπουδή όμως να μην γίνεται με θρησκόληπτο τρόπο, αλλά με τρόπο έτσι ώστε να μάθεις πράγματα που θα σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Αν αυτό συνέβαινε σε όλες τις οικογένειες της χώρας μας, θα είχαμε τέλειους ανθρώπους, η εφαρμογή θα ήταν εύκολη. Με αυτόν τον τρόπο θα είχαμε ωραίες οικογένειες, ωραίους ανθρώπους, ευλογημένη εξέλιξη, θα ήμασταν το παράδειγμα για όλα τα έθνη. Παρόλα αυτά, δεν απελπιζόμαστε, ποτέ δεν είναι αργά «ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας-» (Β Κορ. 6:2). Αμήν.