Η αγάπη δεν θέτει νόμους, όρους, αυτός που σε αγαπάει σου χαρίζει πλήρη ελευθερία. Έτσι καταλαβαίνεις την αγάπη. Αυτοί που βάζουν όρους, συνθήκες και νόμους στην συνδιαλλαγή τους απέχουν απ’ τον Θεό γιατί αν ο Θεός βάλει και σ’ αυτούς όρους τι θα γίνει; Αδέλφια μου, μπορεί ο Θεός να μην βάζει με τα λόγια του όρους αλλά αφήνει τον καθένα να λέει ό,τι θέλει και στο τέλος αποδεικνύεται ότι τα έργα του και τα λόγια του δεν έχουν προορισμό σωτηρίας.
~Άνθρωποι είμαστε, μεταξύ μας μπορεί ο ένας να κάνει ένα λάθος με τον άλλον, να έχουμε το έλεος του Θεού αφού ο Χριστός μας το έχει, διότι αν εμείς δεν δώσουμε το έλεος ο αδελφός μας θα το πάρει το έλεος και θα προχωρήσει και μετά, αύριο π.χ. θα απορούμε και θα λέμε «είναι δυνατόν αυτός ο άνθρωπος να πέτυχε αυτό, να έφερε αυτό στη ζωή του;» γιατί δεν ξέρουμε τη ζωή του, τον αγώνα του και κρίνουμε επιπόλαια. Ο Θεός βλέπει την καρδιά του καθενός , εμείς δεν κρίνουμε έτσι, όπως ο Θεός.
~Δεν μπαίνω στη ζωή του άλλου, να τον κρίνω αν είναι σωστός ή λάθος. Ο Θεός ξέρει! Εγώ την δική μου δοκό από το δικό μου μάτι να βγάλω (ο άλλος έχει αγκάθι) και το βραβείο θα το δώσει ο Θεός. Δεν θα βραβεύει ο καθένας από μόνος του τον εαυτό του, κάνοντας κάθε μέρα τελετή και μακαρίζοντας τον εαυτό του. Ας αφήσουμε να έρθει ο Θεός και αυτός θα μας πει ποιος είναι ο καλός, ποιος είναι ο καλύτερος, ποιος έκανε το θέλημά του και ποιος δεν το έκανε. Μέχρι τότε δεν θα συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους αλλά με το Θεό και έχουμε δουλειά μπροστά μας.
~ Ο Απ. Παύλος, πριν γνωρίσει την αγάπη, λέει τον εαυτό του νήπιο και εμείς νήπιοι είμεθα αφού χωριζόμασταν, αφού φανατιζόμασταν, αφού δογματιζόμασταν, αφού νομίζαμε ότι εμείς έχουμε την αλήθεια και οι άλλοι όχι. Συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος, ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην. Μετά όμως τ’ άφησε όλα αυτά γιατί όλα αυτά πηγάζουν απ’ τον εγωισμό μας, απ’ το εγώ μας και είναι μηδαμινά. Ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα, λέει, τα του νηπίου και τα καταργεί ένας άνθρωπος όταν θέτει σε πρώτη μοίρα, σε πρώτη θέση στη ζωή του τον Θεό και μπαίνει στη σιωπή και αφήνει ο ίδιος ο άνθρωπος τον Θεό να εξελίξει τη ζωή του. Διότι τώρα (σήμερα) βλέπομεν διά κατόπτρου αινιγματωδώς τότε δε (αύριο) πρόσωπο με πρόσωπο και να ξέρετε ότι δεν είναι μακριά ο Θεός από εμάς, ένα εκατοστό βρίσκεται από τον οφθαλμό μας, αρκεί να έλθουμε εις εαυτόν και να βάλουμε στη ζωή μας αυτόν τον ζώντα Θεό ώστε να λειτουργήσει μέσα μας.
~Αυτά λοιπόν που μας εμποδίζουν ας τα βγάλουμε γιατί υπάρχουν κάποιοι λόγοι που δεν εκπέμπουμε σοβαρότητα στο Θεό. Το πρώτο είναι, η παχυλότητα του υλιστικού στοιχείου, της ύλης, η οποία από παιδικής ηλικίας μας αγκιστρώνει, μας γαντζώνει και περνάνε πολλά χρόνια για να καταλάβουμε ποια είναι η αξία της και το άλλο εμπόδιο είναι η μετατροπή, η αλλοίωση την οποία υφίσταται ο Λόγος του Θεού από τους ιθύνοντες, από τις θρησκείες οι οποίες έφυγαν από την ουσία και έγιναν θρησκείες γεμάτες φανατισμούς, τύπους και εντάλματα ανθρώπων μέσα στις κοινωνίες. Αυτό έφερε δυστυχώς και μωρία στον πνευματικό κόσμο και σε όλους μας, γι’ αυτό ετυφλώθησαν οι οφθαλμοί μας από το σχέδιο του Θεού και δεν το βλέπουμε, δεν καταλαβαίνουμε δηλαδή ποιο είναι το θέλημα του Θεού αφού έχουμε φανατιστεί με το τίποτα.