Αγάπη ο Θεός έστι

 


ΑΓΑΠΗ Ο ΘΕΟΣ ΕΣΤΙ

 

Η αγάπη είναι το πιο ευγενικό και ισχυρό συναίσθημα του ανθρώπου και η ουσιαστικότερη εμπειρία της ζωής του. Κατά την πλατωνική άποψη η αγάπη φέρνει ειρήνη ανάμεσα στους ανθρώπους, γαλήνη στους ταραγμένους ανθρώπους και γλυκό ύπνο στους δυστυχείς. Είναι αυτή που δίνει πραότητα και μαλακώνει την τραχύτητα του χαρακτήρα. Είναι η αρχή κάθε γνώσης και αυτή που κάνει την ζωή μας ειρηνική και δημιουργική. Είναι η πρώτη από τις αρετές που από την αρχή της φιλοσοφικής σκέψης υμνήθηκε από ποιητές, λογοτέχνες και ιστορικούς σαν ο καλύτερος ηγέτης που θα έπρεπε να ακολουθεί κάθε άνθρωπος υμνώντας τις αρετές της και βιώνοντάς τες. Μόνο βιώνοντας την αγάπη γεμίζει ο άνθρωπος μ’ ένα συναίσθημα βαθιάς εσωτερικής ικανοποίησης και πληρότητας. Βλέπουμε όμως ότι αυτή ακριβώς η αίσθηση είναι που λείπει από τον σύγχρονο άνθρωπο. Έναν σημερινό άνθρωπο που είναι ανικανοποίητος από όλα, το μόνο που βιώνει είναι μια τρελή κούρσα για την απόκτηση όλο και περισσότερων υλικών αγαθών. Έναν σημερινό άνθρωπο που ζει σε μια εποχή η οποία παραποιεί, πλαστογραφεί, διαστρέφει. Μια εποχή στην οποία τα πιο πολύτιμα αγαθά παραποιήθηκαν, πλαστογραφήθηκαν και μπήκαν στο εμπόριο, στην φτήνια και έγιναν ανάρπαστα. Βολικό και χωρίς απαιτήσεις είναι άλλωστε το αγοραστικό κοινό, έτσι αυτή η μανία της πλαστογράφησης δεν άφησε τίποτα που να μην το εκμεταλλευτεί από το πιο απλό ως το πιο πολύτιμο και ιερό. Έτσι και η αγάπη δεν έμεινε έξω από την καταλυτική επιρροή της. Στην σημερινή εποχή η αγάπη έγινε αισθηματικό θέατρο, ερωτικός δίσκος, άσεμνη εικόνα, προκλητική αφίσα. Και το εμπόριο έπιασε. Δεν είναι μικρό πράγμα να μπορείς να βρίσκεις τόσο εύκολα την αγάπη. Έτσι λοιπόν σήμερα όλοι μιλάμε για την αγάπη, θα έλεγε κανείς, πως όσο πιο πολύ απουσιάζει η αληθινή αγάπη από την ζωή μας τόσο και πιο μεγάλη φλυαρία γίνεται γύρω από όνομά της. Σαν μια ενστικτώδης για την υποκατάστασή της και την αναπλήρωσή της γιατί είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως αποτελεί είδος πρώτης ανάγκης, όλοι μιλάνε για αγάπη. Άραγε όλοι αυτοί ξέρουν τι σημαίνει αγάπη; Όλοι μιλάνε για αγάπη και οι πιο πολλοί εννοούν το αντίθετο της αγάπης. Όλος ο κόσμος αναζητά την αγάπη και είναι τόσο φυσικό γιατί η αγάπη δεν είναι λεπτομέρεια, ένα επεισόδιο μέσα στη ζωή που μπορείς και να το αγνοήσεις, είναι το οξυγόνο για την ψυχή, η κινητήριος δύναμις για το σώμα πιο απαραίτητη και από αυτήν την τροφή.

 

Δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να βρει την ευτυχία παρά μόνο μέσα στην αληθινή αγάπη. Δεν μπορεί να αισθανθεί την αληθινή χαρά έξω από την περιοχή της αγάπης. Είναι αδύνατον να επιτύχει την ομαλή και ισορροπημένη ψυχοσωματική του ανάπτυξη χωρίς την αγάπη. Δεν θα φτάσει ποτέ στην πνευματική και ηθική ωριμότητα και δεν θα καταξιωθεί σαν προσωπικότητα παρά μονάχα με την αγάπη. Η αγάπη η αυθεντική είναι η προϋπόθεσις, η αρχή και το τέλος για να ζήσει σωστά, να αναπτυχθεί ομαλά, να ολοκληρωθεί, να επιτύχει στην ζωή. Έτσι λοιπόν σήμερα όλοι μιλάνε για την αγάπη, για ποια αγάπη όμως; Αυτή για την οποία μιλήσαμε προηγουμένως ή για αγάπη η οποία είναι η ουσιαστικότερη εμπειρία της ζωής; Με την εμπειρία άλλωστε της αγάπης αρχίζει η ανθρώπινη ζωή που προσφέρεται πριν από όλα με την μητρική αγάπη. Η μητρική αγάπη είναι μια φυσική αγάπη που προσφέρει στο παιδί την αίσθηση της στοργής και της ασφάλειας. Ταυτόχρονα η αγάπη αυτή δίνει στο παιδί το δικαίωμα να την χρησιμοποιήσει για την επιβίωση και την ανάπτυξή του. Η μητρική αγάπη συνδέεται περισσότερο με την ανιδιοτέλεια. Αντίθετα, η αγάπη του παιδιού προς την μητέρα που είναι και αυτή μια φυσική αγάπη συνδέεται περισσότερο με την ιδιοτέλεια. Στη συνέχεια η προσωπική και η κοινωνική ζωή του παιδιού όπως και γενικά κάθε ανθρώπου παρουσιάζει και άλλα είδη αγάπης με μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ιδιοτέλειας.

 

Αν θελήσουμε να κατατάξουμε μεθολογικά τους διάφορους τύπους αγάπης μπορούμε να διακρίνουμε, 1) την ιδιοτελή αγάπη που κατευθύνεται από το συμφέρον π.χ. δόξα, χρήμα, ηδονή, 2) την φυσική αγάπη που διέπεται από φυσική συμπάθεια, αγάπη γονιών προς παιδιά, παιδιών προς γονείς και 3) την ανιδιοτελή αγάπη που πηγάζει από την ανυστερόβουλη αυτοπροσφορά του ανθρώπου σε κάτι έξω από το εαυτό του, στον πλησίον, στον Θεό. Η ιδιοτελής αγάπη δεν έχει καμιά θετική αξία αντίθετα μάλιστα μπορεί και να κατακριθεί. Η φυσική αγάπη αποκτά θετική ηθική αξία στο μέτρο που τείνει προς την ανιδιοτέλεια. Τέλος η ανιδιοτελής αγάπη έχει αναμφισβήτητη ηθική αξία και επαινείται από το κοινό ανθρώπινο αίσθημα. Η τελείωση του ανθρώπου κατά την χριστιανική ηθική πραγματοποιείται με την μετάβασή του από την ιδιοτελή προς την ανιδιοτελή αγάπη. Με άλλα λόγια η προκοπή του ανθρώπου στην ανιδιοτέλεια δίνει και το μέτρο της ηθικής τελείωσής του.

 

Η προκοπή όμως αυτή απαιτεί αγώνα και αυταπάρνηση. Όσο ο άνθρωπος δουλεύει στα πάθη και τις επιθυμίες του και βλέπει τους συνανθρώπους του ως μέσα για την πραγματοποίηση των σκοπών του δεν μπορεί να προκόψει ηθικά. Γι’ αυτό και το ευδαιμονιστικό πνεύμα που επικρατεί στην εποχή μας εμποδίζει την ανάπτυξη της αληθινής αγάπης της οποίας τα χαρακτηριστικά περιέγραψε ο απόστολος Παύλος.

 

Εάν λαλώ τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων αγάπη δε μη έχω έγινα χαλκός ήχων ή κύμβαλον αλαλάζον. Και αν έχω προφητείαν και εξεύρω πάντα τα μυστήρια και πάσαν την γνώσιν και αν έχω πάσαν την πίστιν ώστε να μετατοπίζω όρη αγάπη δε μη έχω είμαι ουδέν και εάν πάντα τα υπάρχοντά μου διανείμω και αν παραδώσω το σώμα μου δια να καυθώ αγάπη δε μη έχω ουδέν ωφελούμαι. Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί, η αγάπη δεν φθονεί, η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητεί τα εαυτής, δεν παροξύνεται, δεν διαλογίζεται το κακό, δεν χαίρει εις την αδικία, συγχαίρει δε εις την αλήθεια, πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει.

 

Η τέλεια αγάπη διώχνει μακριά τον φόβο και κάνει τον άνθρωπο πραγματικά ελεύθερο. Ο Θεός προσφέρει στον άνθρωπο εξαρχής τα πάντα, η ανωριμότητα όμως δεν τον αφήνει να συναισθανθεί την δωρεά αυτή γι’ αυτό στον χριστιανισμό η ελευθερία συνδέεται με την αγάπη, ακόμα ακριβέστερα, η ελευθερία πηγάζει από την αγάπη που είναι ο ίδιος ο Θεός.

 

Η αγάπη του Θεού που φανερώθηκε εν Χριστώ ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά της φθοράς και του θανάτου. Χωρίς την απελευθέρωση αυτή δεν υπάρχει αληθινή ελευθερία γι’ αυτό και όποιος γνωρίζει την αγάπη του Χριστού γνωρίζει την αληθινή ελευθερία. Η καλλιέργεια της αγάπης είναι καλλιέργεια της ελευθερίας και η προκοπή στην αγάπη είναι προκοπή στην ελευθερία.

 

Ο άνθρωπος που αγαπά αληθινά είναι ελεύθερος να κάνει ότι θέλει, ο άνθρωπος όμως που αγαπάει πραγματικά δεν ζει για τον εαυτό του αλλά για τους άλλους και ιδιαίτερα για τους αδυνάτους. Αντίθετα, η αγάπη που δεν στηρίζεται στον Θεό είναι πρόσκαιρη, παροδική και μολονότι μπορεί να έχει τα εξωτερικά γνωρίσματα της αγάπης δεν είναι σε τελική ανάλυση αληθινή αγάπη. Μόνο όταν ξεκινήσει ο άνθρωπος από την αγάπη προς τον Θεό και στηρίξει σε αυτόν την αγάπη προς τον πλησίον του τοποθετείται στην προοπτική της αληθινής και καθολικής αγάπης που αποκαθιστά την ενότητα της ανθρώπινης φύσης. Χωρίς αγάπη προς τον Θεό δεν υπάρχει αληθινή αγάπη. Αγαπάτε τους εχθρούς σας μας λέει ο Κύριός μας, ευλογείτε εκείνους οίτινες σας καταρώνται, ευεργετείτε εκείνους οίτινες σας βλάπτουσι και σας κατατρέχουν.

 

Ο Κύριός μας χαρακτηρίζει την εντολή της αγάπης σαν νέα, καινούργια, πρωτόγνωρη και πρωτάκουστη, καμιά άλλη από τις τόσες εντολές που μας έδωσε δεν έδωσε αυτόν τον χαρακτηρισμό. Και συγκεκριμένα ο ίδιος ο Κύριος μας λέει στον Ιωάννη, Εντολήν Καινήν σαν δίδω, να αγαπάτε αλλήλους καθώς εγώ σας ηγάπησα και σεις να ηγαπάτε αλλήλους.

 

Αυτό φυσικό είναι να γεννάει απορίες, δεν υπήρχε στον παλαιό κόσμο αγάπη; Ούτε ανάμεσα στους ειδωλολάτρες αλλά ούτε στους Ισραηλίτες που κατά κάποιο τρόπο γνώριζαν τον αληθινό Θεό; Όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα του ήταν φυσικό η εικόνα να έχει τα χαρακτηριστικά του: « Ο Θεός αγάπη εστί » μας λέει ο Ιωάννης. Επομένως και η εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος ήταν γεμάτος αγάπη, ήρθε όμως η πρώτη παράβαση και η εικόνα παραμορφώθηκε και η αγάπη τραυματίστηκε. Δεν πέθανε όμως. Έζησε αλλά για λίγο.

 

Όταν ο Κάιν ύψωνε το χέρι και σκότωνε τον αδερφό του στο πεδίο ταυτόχρονα δολοφονούσε και την αγάπη. Ήταν ο πρώτος φόνος, το πρώτο αίμα που πότιζε τη γη και που στην συνέχεια επρόκειτο ποτάμια ολόκληρα να χυθούν και να χύνονται μέχρι σήμερα. Σκοτώθηκε η αγάπη αλλά άφησε ένα κενό που έπρεπε με κάτι να γεμίσει και γέμισε με έχθρα και με μίσος. Από εδώ και κάτω η ιστορία είναι γνωστή. Οι ειδωλολάτρες που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας έχασαν τελείως τον αληθινό Θεό. Έχασαν την πηγή της αγάπης, έχασαν το αυλάκι με το νερό, έχασαν λοιπόν μαζί με τον Θεό και την αγάπη γι’ αυτό η αγάπη και σαν όνομα ακόμη ήταν άγνωστη. Λέξης αγάπη με την έννοια που ξέρουμε εμείς σήμερα δεν υπήρχε, ήταν ολότελα αδιανόητο για τους ανθρώπους της εποχής εκείνης ν’ αγαπούν άλλους όπως τον εαυτό τους. Γιατί το μίσος το θεωρούσαν ανδρισμό, την εκδίκηση αρετή, το φόνο υπεροχή, τον πόλεμο, την βία και την υποδούλωση των ασθενέστερων σαν το φυσικότερο πράγμα. Και εάν αυτά γίνονταν στους πλέον πολιτισμένους λαούς της εποχής εκείνης τους Έλληνες και τους Ρωμαίους μπορεί να φανταστεί κανείς τι γινόταν πιο πέρα στους βάρβαρους. Η κοινωνία της ζούγκλας ήταν ασφαλέστερη και λιγότερη επικίνδυνη από την κοινωνία των ανθρώπων αλλά και οι Ιουδαίοι που υποτίθεται ότι γνώριζαν τον αληθινό Θεό δεν ήταν σε καλύτερη μοίρα.

 

Η αγάπη και σαν θεωρία και σαν πράξη ήταν πρωτόγονη και υποτυπώδης. Ίσχυε μάλλον η ισορροπία του τρόμου, οδόντα αντί οδόντος και οφθαλμόν αντί οφθαλμού, θα σε αγαπώ εφόσον με αγαπάς και όταν λέμε θα σε αγαπώ εννοούμε μόνο την αρνητική πλευρά δηλαδή δεν θα σου κάνω κακό, δεν θα σου βγάλω το μάτι. Εάν όμως μου σπάσεις ένα δόντι δεν θα γλιτώσει το δικό σου.

 

Σ’ αυτά περίπου τα πλαίσια κινούνταν η αγάπη των Ιουδαίων. Ήταν λοιπόν τελείως άγνωστη σε όλο τον πρωτοχριστιανικό κόσμο η αγάπη όπως την φανέρωσε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Επομένως όταν ο ίδιος ο Κύριος μας λέει, εντολήν καινήν σας δίδω, να αγαπάτε αλλήλους καθώς εγώ σας αγάπησα φανερώνει κάποια αλήθεια, η οποία ανατρέπει όλα τα μέχρι τότε δεδομένα στις ατομικές και κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων. Και σήμερα, έπειτα από δυο χιλιάδες χρόνια, όποιος θελήσει να δει από πιο κοντά την αγάπη όπως την παρουσίασε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός καταπλήσσεται, θαυμάζει και παραδέχεται ότι πράγματι ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ως ούτος ο άνθρωπος όπως μας λέει ο Ιωάννης, ο μαθητής της αγάπης του Κυρίου μας.

 

Παραδεχόμαστε αμέσως ότι μόνο ο Θεός ήταν δυνατόν να συλλάβει, να νομοθετήσει και να παραδώσει στους ανθρώπους το απείρως αυτό τέλειο που λέγεται καινή εντολή, η εντολή της αγάπης. Ο Θεός λοιπόν έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή του και τούτο γιατί ο Θεός δημιουργώντας τον άνθρωπο του δίνει εκείνα τα προσόντα, τα χαρίσματα, τις ικανότητες, τα ταλέντα, τις δυνατότητες που θα τον κάνουν να ζει ευτυχισμένα. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός της δημιουργίας. Η συμμετοχή του πλάσματος στην ευτυχία του πλάστη. Τι είναι ο Θεός; Ο Θεός αγάπη εστί όπως μας λέει ο Ιωάννης. Αφού λοιπόν ο Θεός είναι αγάπη, άρα η απόλυτη ευτυχία βρίσκεται στην αγάπη και αφού ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα Θεού δεν είναι δυνατόν με κανέναν άλλο τρόπο να βρει την ευτυχία παρά μόνο μέσα στην αγάπη. Να γιατί είναι η πρώτη και η μεγαλύτερη εντολή. Αυτός που αγαπάει γίνεται ομοίωμα του Θεού, γίνεται συνδημιουργός του. Εκείνος που δεν αγαπάει γίνεται αντίθετα ομοίωμα του διαβόλου που μόνο καταστρέφει και κατεδαφίζει χωρίς ποτέ να οικοδομεί. Είπαμε ότι σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπου είναι η ευτυχία, μπορεί όμως χωρίς αγάπη να υπάρξει ευτυχία; Όσο μπορεί να υπάρξει και ένα δέντρο χωρίς ρίζες. Η έλλειψη της αγάπης έχει δυο όψεις και αυτές συντελούν στην δυστυχία του ανθρώπου. Ας αρχίσουμε από την πρώτη. Είναι εκείνη που δεν κάνει κακό στον άλλον χωρίς όμως να κάνει και το καλό, είναι η ουδέτερη, δεν βοηθάει τον πλησίον. Δεν ενδιαφέρεται για τον διπλανό της, δεν υπάρχει σύνδεσμος με τον συνάνθρωπο, είναι η παγερότητα εκείνη που στον πόνο του άλλου σηκώνει τους ώμους. Αντιπαρέρχεται με ένα βλέμμα οίκτου όπως ακριβώς ο ιερεύς και ο λευίτης της παραβολής του καλού Σαμαρείτη. Κανένας από τους δυο δεν έκανε κακό με το ίδιο του το χέρι στον άνθρωπο που λήστεψαν και ήταν καταπληγωμένος. Αυτή ακριβώς είναι η άρνηση, η αποξένωση από τον πόνο του άλλου. Εάν δεν περνούσε ο Σαμαρείτης από τον δρόμο εκείνον ο άνθρωπος θα είχε πεθάνει από τις πληγές που του κάνανε οι ληστές. Βλέπουμε ότι ο ιερέας και ο λευίτης δεν έκαναν κακό στον άνθρωπο, ούτε μπορούσε κανείς να τους πάει στο δικαστήριο. Δεν είναι μικρότερη όμως η ενοχή τους όπως εκείνη των ληστών. Επομένως ο καθένας μας που επαναπαύεται και λέει ότι εγώ δεν έκανα κακό σε κανέναν και είμαι εντάξει πολύ πλανάται. Όστις δεν είναι μετ’ εμού είναι κατ’ εμού και όστις δεν συνάγει μετ’ εμού σκορπίζει. Είναι τα λόγια του ίδιου του Κυρίου μας που μας λέει στον Ματθαίο. Δεν υπάρχει λοιπόν ουδετερότητα ή μάζεμα ή σκόρπισμα.

 

Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά, είναι εκείνη που όχι μόνο δεν κάνει το καλό αλλά αντίθετα κάνει το κακό. Βλάπτει, αδικεί, ζημιώνει, στενοχωρεί, με λόγια και με έργα προσπαθεί να πολεμήσει τον διπλανό του. Προσπαθεί με ότι μέσα διαθέτει να δολοφονήσει την αγάπη αλλά κάθε τι που δημιουργεί θλίψη και δάκρυ στον αδερφό μας είναι ληστεία είτε μικρό είτε μεγάλο, είναι πληγή που πονάει. Τι είναι ληστεία σε τελική ανάλυση; Είναι κλοπή της ευτυχίας του άλλου. Επομένως όποιος κάνει κακό σε άνθρωπο είναι ο ληστής, έστω και αν φοράει φράγγο ή ράσο, έστω και αν λέγεται πολιτισμένος ή έχει θέσεις και αξιώματα. Μπροστά στα μάτια του Κυρίου είναι ο ληστής. Να λοιπόν γιατί η αγάπη είναι το θεμέλιο και η πρώτη και μεγάλη εντολή. Είναι ο σκελετός που συγκρατεί την οικοδομή. Όταν ο σκελετός φύγει η οικοδομή δεν μπορεί να σταθεί.

 

Ας κάνουμε όμως μια προσπάθεια να δούμε αναλυτικά όσο μπορούμε βέβαια τι θέλει να μας πει ο απόστολος Παύλος γράφοντας τα παρακάτω. Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων αγάπη δε μη έχω γέγονα χαλκός ήχων ή κύμβαλο αλαλάζον. Αλλά τι σχέση μπορεί να έχει η αγάπη με την γλωσσομάθεια και πως ο απόστολος Παύλος συνδυάζει την γλωσσομάθεια με την αγάπη; Και γιατί ο γλωσσομαθής δίχως αγάπη είναι κύμβαλον αλαλάζον και χαλκός ήχων; Γιατί είναι ένας θορυβοποιός, ένας ενοχλητικός ή όπως λέμε συνήθως ένας κουραστικός; Κάθε χάρισμα που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο πρέπει να το χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση του συνανθρώπου του, πρέπει να γίνεται όργανο εξυπηρετήσεως του πλησίον του, να τίθεται με άλλα λόγια στην διάθεση της αγάπης και τούτο φυσικά αν θέλει να είναι πραγματικός χριστιανός ή εάν θέλει να προχωρήσει στο καθ’ ομοίωση, να πετύχει δηλαδή τον σκοπό για τον οποίον επλάσθει. Ο άνθρωπος που έχει το χάρισμα της γλωσσομάθειας και το χρησιμοποιεί κιόλας σωστά μπορεί να βοηθήσει πολλούς ή και γενικότερα να οικοδομήσει. Εάν όμως το ταλέντο αυτό το χρησιμοποιεί μόνο για τον εαυτό, μόνο για το συμφέρον του, μόνο για την επίδειξή του, τότε αυτός είναι ο δούλος ο πονηρός που έκρυψε το τάλαντο στη γη και μπορεί μεν να το παραδώσει ακέριο την ώρα της κρίσεως αλλά ο Κύριος που του το έδωσε θα ζητήσει και τα κέρδη ή το λιγότερο, τον τόκο. Αλίμονο για αυτόν τον άνθρωπο, είναι πλέον αργά και το χειρότερο ακόμη εάν το χάρισμα αυτό δεν το χρησιμοποίησε για το καλό του πλησίον δεν το έθεσε στη διάθεση της αγάπης αλλά αντίθετα το χρησιμοποίησε όπως ο φονιάς το μαχαίρι. Ε, τότε πλέον είναι κάτι το πολύ χειρότερο από χαλκός ήχων.

 

Χαλκός ήχων είναι και εκείνος που το ταλέντο αυτό το χρησιμοποιεί για να έχει δόξα από τους ανθρώπους και αυτό είναι απόδειξη ότι ο άνθρωπος αυτός δεν έχει αγάπη και τούτο γιατί ζητάει και στρέφεται γύρω από τον εαυτό του μόνο. Ενώ εκείνος που έχει αγάπη στρέφεται γύρω από τον διπλανό του. Είναι πραγματικά δυστύχημα για τον άνθρωπο που ο Θεός του έχει δώσει μια σκάλα για να ανεβαίνει, ο ίδιος ο άνθρωπος να την χρησιμοποιεί μόνο για να κατεβαίνει. Άρα ο άνθρωπος που έχει την αγάπη μέσα του έχει ταυτόχρονα και ένα μυστικό κώδικα άγνωστο στους πολλούς με τον οποίο όχι μόνο συνεννοείται άριστα αλλά γίνεται πολύ αγαπητός ακόμη και στους αγρίους. Είναι η παγκόσμια γλώσσα της αγάπης που συνεννοείται όχι με λόγια αλλά με έργα. Ο Κύριος μας λέει στον Ματθαίο, δια να ίδωσι τα καλά σας έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα σας τον εν τοις ουρανοίς. Τα καλά αυτά έργα είναι ο μυστικός κώδικας αλληλοκατανοήσεως που είναι η παγκόσμια γλώσσα της αγάπης.

 

Πιο κάτω ο απόστολος Παύλος μας λέει, και εάν έχω προφητείαν και εάν ιδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν και εάν έχω πάσαν την πίστιν ώστε να μετατοπίζω όρη, αγάπη δε μη έχω είμαι ουδέν. Εάν τα άκουγε ο κόσμος έξω θα έλεγε ότι κάτι δεν πάει καλά μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Διότι ο άνθρωπος ανέκαθεν έχοντας έμφυτη τη ροπή προς την γνώση προσπαθεί να μάθει, εξιχνιάσει τα μυστήρια που τον περιβάλουν, να επεκτείνει τις γνώσεις του όσο μπορεί πλατύτερα και βαθύτερα. Και με την προσπάθεια αυτή πραγματικά κάτι έμαθε και λέμε κάτι γιατί το πεδίο της γνώσεως τόσο σε έκταση όσο και σε βάθος είναι άπειρο. Επομένως αυτά που κατόρθωσε να μάθει ο άνθρωπος ο πεπερασμένος με τον πεπερασμένο νουν είναι απλώς κάτι. Δεν είναι όμως μόνο αυτό, το ότι δηλαδή είναι ελάχιστες οι γνώσεις του ανθρώπου και αυτές είναι λειψές. Ο απόστολος Παύλος δεν συγκρίνει την αγάπη με την παραπάνω περιορισμένη γνώση, την συγκρίνει με το άπειρο της γνώσεως, ακατανόητο για τον άνθρωπο. Συνήθως οι άνθρωποι προκειμένου να αποκτήσουν κάποια ειδικότητα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια επιμέρους γνώση, ένα ελάχιστο τμήμα γνώσεως μελετούν και σπουδάζουν σε όλη τους την ζωή. Και πάλι αγνοούν πάρα πολλά από το μικρό αυτό κομμάτι της ειδικότητάς των γι’ αυτό και βλέπουμε σήμερα να κατατεμαχίζεται η σπουδή και να υπάρχουν αναρίθμητες ειδικότητες για όλα τα πεδία της γνώσεως. Εδώ όμως αδελφάκια μου βλέπουμε τον απόστολο Παύλο να έχει πάσαν την γνώσιν, να ξέρει με δυο λόγια όλα όσα ξέρουν και ότι αγνοούν όλοι οι άνθρωποι που ζουν, που έζησαν και που θα ζήσουν. Αυτά όλα όμως αν τα άκουγε ο έξω κόσμος θα εξέφραζε ανησυχία για την νοητική ισορροπία όσων πιστεύανε αυτά. Αλλά γιατί αυτή η απίστευτη αντίθεση μεταξύ κόσμου και Παύλου; Γιατί ο Παύλος έχει νουν Χριστού και ο Χριστός κρίνει και σκέπτεται τελείως διαφορετικά απ’ ότι ο κόσμος. Βλέπουμε τον κόσμο ότι δεν βασανίζεται για να βρει την αλήθεια, να εισχωρήσει στο βάθος, να ανακαλύψει την ουσία και να βγάλει ένα συμπέρασμα, για αυτό δεν σκοτίζεται ο κόσμος. Ακολουθεί το ρεύμα, τους πολλούς, τον συρμό. Δεν θέλει να φανεί μπροστά στα μάτια των άλλων καθυστερημένος δηλαδή είναι ο άνθρωπος που ακολουθεί με κλειστά μάτια το ρεύμα του κόσμου έστω και αν το ρεύμα αυτό οδηγεί στην απώλεια. Βλέπουμε ότι δεν σκέπτεται ο κόσμος. Σκέπτονται όμως για λογαριασμό τους οι διάφοροι έμποροι της μόδας και της επιστήμης. Αυτός είναι ο κόσμος και έτσι σκέφτεται ο υπηρέτης του κόσμου. Ό άλλος ο υπηρέτης του Χριστού κρίνει ψάχνοντας να βρει κάτω από το φαινόμενο την ουσία. Να βρει την αγάπη εκείνη που θα την χρησιμοποιήσει σαν ένα χρησιμότατο εργαλείο για την εξυπηρέτηση την πραγματική και ουσιαστική του πλησίον του. Κανείς δεν κατηγορεί αυτές τις γνώσεις των ανθρώπων άλλωστε ο ίδιος ο Θεός έβαλε την τάση και την ροπή προς τις γνώσεις στον άνθρωπο αλλά και κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι γνώσεις που δεν έχουν και αγάπη και που δεν χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση του διπλανού μας είναι όχι μόνο άχρηστη κενολογία αλλά και επικίνδυνες για την ζωή και την ύπαρξη του ανθρώπου. Η γενεά μας έχει πολύ πικρή πείρα, ο φόβος και η αγωνία που κατέχει σήμερα την ανθρωπότητα μήπως αύριο μεταβληθεί η γη σ’ ένα πυροτέχνημα. Είναι ο φόβος της γνώσεως χωρίς αγάπη. Πιο κάτω ο απόστολος Παύλος μας λέει. Και εάν έχω πάσαν την πίστιν ώστε να μετατοπίζω όρη αγάπη δε μη έχω είμαι ουδέν. Βλέπουμε αδερφάκια μου ότι η πίστη είναι βασικό γνώρισμα του αληθινού χριστιανού και χωρίς την πίστη δεν μπορεί να ευχαριστήσει ο άνθρωπος τον Θεό. Η πίστις όμως δεν είναι σκοπός, είναι μέσον για την επιτυχία του σκοπού και όπως κάθε μέσο έρχεται καιρός που καταργείται έτσι και η πίστις θα καταργηθεί. Πιστεύω τώρα εκείνο που δεν βλέπω, όταν όμως θα το ιδώ παύω να πιστεύω. Κάθε καταργούμενο δεν μπορεί να έχει απόλυτη αξία, είναι όμως βασικό. Η αγάπη όμως είναι σκοπός δεν είναι μέσον γι’ αυτό και μένει αιωνίως, δεν πρόκειται ποτέ να καταργηθεί. Επομένως υπερέχει την πίστη τόσο όσο το πρόσκαιρο από το άπειρο. Η πίστη έχει αξία μόνο όταν είναι συνδυασμένη με την αγάπη, όταν γίνεται υπηρέτης της αγάπης αλλιώς είναι μάταια. Η πίστη έχει αξία μόνο όταν τίθεται στην υπηρεσία της αγάπης. Η πίστη δίνει φτερά στον άνθρωπο, τον υψώνει όπως ο κινητήρας το αεροπλάνο. Η θαυματουργική πίστη είναι πολύ εντυπωσιακή και οι πλέον ψυχροί και αδιάφοροι εντυπωσιάζονται έστω και προς στιγμήν. Ποιος όσο ψυχρός και αν είναι, όσο και αδιάφορος, όσο και άπιστος δεν θα φρικιάσει όταν δει το γνωστό του βουνό που από καταβολής κόσμου μένει εκεί ακίνητο στη θέση του, έξαφνα με την διαταγή ενός να απογειώνεται σαν γιγαντιαίο αεροπλάνο και καλύπτοντας τον ήλιο να προχωρεί προς την θάλασσα. Δεν είναι απλώς εντυπωσιακή η θαυματουργική πίστη είναι και φρικιαστική γιατί ο άνθρωπος που έμαθε να ζει στο φυσικό όταν δει το υπερφυσικό, το θαύμα, συνταράσσεται, καταλαμβάνεται από κατάπληξη και φόβο. Και όμως αδερφάκια μου αυτός ο άνθρωπος που έχει αυτή την πίστη ώστε να κάνει σημεία και τέρατα διατρέχει τον κίνδυνο να βρεθεί έξω από την βασιλεία του Θεού. Άλλοι να σώθηκαν από τα θαύματά του και αυτός να χαθεί και αυτό γιατί ζητούσε πάντα την δόξα των ανθρώπων. Μας λέει ο Κύριος ο ίδιος στον Ματθαίο. Πολλοί θέλουσιν ειπεί προς εμέ εκείνη την ημέρα, Κύριε, Κύριε, δεν επροφητεύσαμεν εν τω ονόματί σου και εν τω ονόματί σου εξεβάλομεν δαιμόνια και εν τω ονόματί σου εκάμομεν θαύματα πολλά και τότε θέλω ομολογήσει προς αυτούς, ποτέ δεν σας εγνώρισα, φεύγετε απ’ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν. Εδώ όμως παρουσιάζεται ένα ερώτημα. Πώς είναι δυνατόν ένας που έχει τέτοια πίστη, που κάνει θαύματα να εργάζεται ταυτόχρονα την ανομία και την αμαρτία.

 

Η αμαρτία έχει δυο όψεις, δυο πλευρές. Το να κάνω το κακό η μια, το να μην κάνω το καλό η άλλη. Αυτοί τους οποίους αποπέμπει ο Κύριος ίσως δεν έκαναν το κακό αλλά φαίνεται πως τους έλειπε η αγάπη, δεν είχαν αγάπη πραγματική οι άνθρωποι αυτοί, δεν είχαν θέσει την πίστη στην υπηρεσία της αγάπης. Εδώ είναι και η απάντηση στην απορία εάν μπορεί μόνη η πίστη να σώσει τον άνθρωπο και εδώ ακόμη δίδεται η απάντηση από τον ίδιο τον Κύριο στο ότι τα πάντα και οι μεγαλύτερες αρετές και τα μεγαλύτερα χαρίσματα δίχως την αγάπη είναι ανίκανα να σώσουν τον άνθρωπο.

 

Εδώ όμως γεννιέται η απορία τι είναι το θαύμα και πως είναι δυνατόν το θαύμα να μην έχει αγάπη. Το θαύμα είναι δύναμη υπερφυσική, δύναμη του Θεού, είναι αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που χρησιμοποιείται μόνο σαν όργανο δεν υποβάλλεται σε καμιά θυσία αντίθετα παίρνει πολύ δόξα από τους ανθρώπους. Έτσι, η ευεργεσία του θαύματος είναι απ’ ευθείας ευεργεσία του Θεού. Εάν λοιπόν ο άνθρωπος αυτός περιοριζόταν μόνο στο θαύμα σαν έργο δικό του έκανε λάθος και τέτοιο λάθος που του στοιχίζει την σωτηρία  του. Όπως κάθε άλλος σωστός χριστιανός είναι υποχρεωμένος να εξασκεί την αγάπη με ότι δικό του έχει με τα χέρια του, με το κήρυγμά του, με το χρήμα του και με τον ιδρώτα του, δεν πρέπει δηλαδή να επαναπαύεται στην πίστη του πρέπει να γίνει ο υπηρέτης του διπλανού του, πρέπει να είναι στη διάθεση του πλησίον του, πρέπει να εξασκεί την αγάπη, πρέπει εκτός από τα ξένα όπως είναι το θαύμα να προσθέσει και τα δικά του. Αυτή είναι η πραγματική αλλά και σωστική αγάπη, αυτή είναι η μεγάλη εντολή και η μεγάλη αρετή του Κυρίου μας. Το θαύμα γίνεται με ένα λόγο, με ξένη δύναμη όπως είπαμε. Η αγάπη όμως απαιτεί κόπο, θυσία, ιδρώτα, αγώνα και αγωνία για την ανάγκη του πλησίον. Άλλωστε πώς θα μπορούσε ο χριστιανός να ακολουθήσει άλλο δρόμο εκτός από αυτόν, πώς θα μπορούσε να μην πλημμυρίσει την ζωή του από αγάπη όταν μοναδικός του σκοπός είναι να ενωθεί μαζί της. Πώς θα μπορούσε να μην κάνει αυτόν τον δύσκολο και γεμάτο δώρα αγώνα όταν ο ίδιος ο Θεός δείχνοντας ότι στην αγάπη δεν υπάρχουν όρια, έστειλε τον μοναδικό του Υιό να δείξει στους ανθρώπους την αλήθεια και να σταυρωθεί γ’ αυτήν. Μάλιστα θα ξανάρχονταν να σταυρωθεί ακόμα και αν σε όλο τον πλανήτη υπήρχε ένας μόνο άνθρωπος. Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν αλλά να έχη ζωήν αιώνιον, όπως μας λέει ο απόστολος Ιωάννης. Άρα λοιπόν πρέπει να καταλάβουμε πως μόνο με την αγάπη θα φωτιστούμε, πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι στο βάθος, στο κέντρο όλων των πραγμάτων και ότι αν την παίρνουμε σε όλη μας την ζωή σαν μοναδικό κίνητρο τότε αυτή που έχει μια τρομερή ενέργεια θα μετατραπεί σε φως και θα φωτίσει την νοημοσύνη μας.

 

 


Νεότερη Παλαιότερη