ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ (ΚΕΦ. Γ΄)






ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ (ΚΕΦ. Γ΄)


Το θέμα που θα μας απασχολήσει σήμερα είναι από την επιστολή προς Τίτον (κεφ. γ΄) του Απ. Παύλου. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή του αυτή, δίνει στον Τίτο οδηγίες δια την συμπεριφορά των χριστιανών. «Ὑπομίμνησκε αὐτοὺς ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις ὑποτάσσεσθαι, πειθαρχεῖν, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἑτοίμους εἶναι» (Τίτος 3:1), υπενθύμιζε, έγραφε ο Απ. Παύλος προς τον Τίτον, εις αυτούς να υποτάσσονται εις τους άρχοντας και εις καθένα που έχει εξουσίαν, να πειθαρχούν και να είναι πρόθυμοι και έτοιμοι δια κάθε έργο αγαθόν. «Μηδένα βλασφημεῖν, ἀμάχους εἶναι, ἐπιεικεῖς, πᾶσαν ἐνδεικνυμένους πρᾳότητα πρὸς πάντας ἀνθρώπους» (Τίτος 3:2), να μην κακολογούν κανένα, να μη μάχονται και φιλονικούν, να είναι επιεικείς και υποχωρητικοί, να επιδεικνύουν κάθε πραότητα προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους. Πρέπει δε να είμεθα επιεικείς και πράοι προς όλους, διότι και προς ημάς έτσι εδείχθη ο Θεός. «Ἦμεν γάρ ποτε καὶ ἡμεῖς ἀνόητοι, ἀπειθεῖς, πλανώμενοι, δουλεύοντες ἐπιθυμίαις καὶ ἡδοναῖς ποικίλαις, ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ διάγοντες, στυγητοί, μισοῦντες ἀλλήλους·» (Τιτ. 3:3), περνούσαμε τη ζωή μας με μοχθηρία και φθόνο και ήμεθα άξιοι να μας μισούν αφού και ημείς μισούμεθα μεταξύ μας. «ὅτε δὲ ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος Ἁγίου, οὗ ἐξέχεεν ἐφ᾿ ἡμᾶς πλουσίως διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ᾿ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου. Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις·» (Τίτος 3:4-8).  Ο Απ. Παύλος ήταν πολυδιάστατο πνεύμα. Είχε την ικανότητα να ξεχωρίζει την ουσία από τους τύπους. Οι τύποι της θρησκείας ήταν γι’ αυτόν ένα μέσον. Ποτέ δεν ήταν σκοπός. Ο σκοπός ήταν άλλος, βαθύτερος, ιερότερος. Ανάμεσα στον τύπο και την ουσία υπάρχει η σχέση που αναλογεί στην επιφάνεια και στο βάθος. Και η ουσία του χριστιανισμού για τον Απ. Παύλο ήταν μια μοναδική φράση, «καινὴ κτίσις» (Κορινθίους Β΄ 5:17, Γαλάτες 6:15). Αυτό είναι το νόημα του χριστιανισμού κατά τον Απ. Παύλο. «Καινὴ κτίσις» σημαίνει νέο κτίσιμο. Αυτή καθ’ αυτή η φράση προϋποθέτει το γκρέμισμα, γιατί για να χτίσει κανείς κάτι νέο, πρέπει προηγουμένως να γκρεμίσει κάτι παλιό. Επομένως η «Καινὴ κτίσις» έχει δύο στάδια, γκρέμισμα – κτίσιμο, ξερίζωμα – φύτεμα και «ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις» σημαίνει γκρέμισμα για τον Χριστό και κτίσιμο για τον Χριστό. Γκρέμισμα του παλιού κόσμου της αμαρτίας. Ο κόσμος αυτός μοιάζει με ένα σάπιο κτίσμα, μαυρισμένο και απαίσιο. Μοιάζει με ένα σπίτι που το εγκατέλειψαν ανεπρόκοποι ενοικιαστές. Πολύ λυπητερή η εικόνα και η εντύπωση που δημιουργεί. Μα, η αμαρτία δεν πάει πίσω. Καταντά τον άνθρωπο ένα ράκος. Τον υποδουλώνει αισχρά, τον φορτώνει πάθη, τον στύβει και τον σουρώνει. Τρισάθλιο και ελεεινό σε όλα. Και έρχεται το μήνυμα της αλλαγής. Ο Χριστός απαιτεί «Καινὴ κτίσις», ριζική δηλαδή αναγέννηση. Θέλει μεταμόρφωση ψυχής, ανοικοδόμηση νέου κτίσματος, σωστού παλατιού με υλικά που έφερε στον κόσμο η λυτρωτική του θυσία. Εδώ είναι του χριστιανισμού το βάθος. Όποιος το αγνοεί και αφήνει την σκουριά και την μαυρίλα ανέγγιχτη ή περιορίζεται σε πασαλείμματα, αυτός δεν έχει βρει το σωστό δρόμο, δεν μπορεί να λέγεται πραγματικός χριστιανός. Σήμερα οι πιο πολλοί περιοριζόμαστε σε πασαλείμματα, δηλαδή στους τύπους. Αφήσαμε την ουσία που είναι η ψυχική μας αναγέννηση και τρέχουμε πίσω από μια τυπική θρησκευτικότητα που μας χαρίζει την ψευδαίσθηση μιας ικανοποιήσεως, ενώ στην πραγματικότητα απέχουμε παρασάγγας από την γνήσια μορφή ευσέβειας. Δεν λέμε ότι βλάπτουν οι τύποι, βλάπτουν όμως όταν υποκαθιστούν την ουσία. Τότε δεν έχουν καμιά αξία. Ο χριστιανός που βρήκε την ουσία, δεν υποτιμά τους τύπους. Βαδίζει την μέση και βασιλική οδό, καλλιεργεί τον εαυτό του και αγαπά τον αδελφό του, εμπνέεται από το γνήσιο πνεύμα του Θεού, διώχνει μακριά την αμαρτία και αγωνίζεται στον ευγενικό στίβο του ωραίου και του καλού. Συμβουλεύοντας τον μαθητή του Τίτο, ο Απ. Παύλος ένιωσε την ανάγκη να μάθουν και οι δικοί μας χριστιανοί να πρωτοστατούν σε έργα καλά για να μην είναι άκαρποι, «μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι» (Τίτος 3:14). Τεράστιο και πελώριο το θέμα της πρακτικής εφαρμογής του χριστιανισμού, ιδιαίτερα σήμερα. Παγερή και αποκρουστική η εικόνα του άκαρπου δένδρου. Γεμίζει με απελπισία την καρδιά, σε απογοητεύει και σε αγανακτεί. Μαζί με την αποκαρδίωση βγαίνει και η κριτική για την αχρηστία του. Το κόψιμό του από την ρίζα είναι η καλύτερη λύση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούνται συχνά στις μέρες μας άνθρωποι, καθώς βλέπουν στα πρόσωπα μερικών από μας τον μουμιοποιημένο χριστιανισμό που εκπροσωπούμε και παρουσιάζουμε με την πράξη. Ο τρόπος της εκ μέρους μας εφαρμογής του, δίνει την εντύπωση, πως σε τίποτα δεν έχει επηρεάσει ουσιαστικά την ζωή μας η πίστη μας. Θεωρητικά βέβαια είναι αδιανόητο να υπάρχει διάσταση ανάμεσα στην θεωρία και στην πράξη, μιας και η πράξη είναι εφαρμογή της θεωρίας. Στην πράξη, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική για τους χριστιανούς. Ενώ θεωρητικά όλοι είμαστε χριστιανοί, ελάχιστοι εκδηλώνουμε στην καθημερινή μας ζωή το χριστιανικό φρόνημα και ευθυγραμμίζουμε τη ζωή μας σύμφωνα με τις εντολές του Θεού. Γενικά πρέπει να πούμε, πως αρεσκόμεθα καλύτερα στα λόγια που δεν κοστίζουν και δεν ζητούν θυσίες. Εύκολα θρησκεύουμε με τα λόγια και διασαλπίζουμε την ιδιότητά μας αυτή. Όλα όμως αλλάζουν όταν έρθει η στιγμή για έργα. Τότε, προχωρούν μόνο, όσοι ειλικρινά πιστεύουν και έχουν κάνει μέσα τους την σιγαλή προεργασία της εσωτερικής καλλιέργειας που βρίσκει διέξοδο στην Δημιουργία. Έτσι έχουμε αμέσως μια σπουδαία διαφοροποίηση ανάμεσα στους χριστιανούς. Απ’ τη μια μεριά, όλοι οι κλητοί που με το όνομα περιδιαβαίνουν στην επιφάνεια των φαινομένων μένοντας ουσιαστικά άπραχτοι, αχθοφόροι, απλοί μιας ιδιότητας και απ’ την άλλη, μερικοί εκλεκτοί που κάνουν τον κόπο να περάσουν στον στίβο της πρακτικής εφαρμογής των όσων πιστεύουν, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την υλοποίηση των πιστευμάτων τους. Στην προσπάθειά τους αυτή, οι άνθρωποι δεν βρίσκουν πάντα δρόμο ανοιχτό, γιατί ο δρόμος των έργων περνάει από τον δίαυλο του παραδείγματος. Σήμερα σπανίζουν τέτοιοι άνθρωποι, που είναι έτοιμοι να δοθούν στον άλλον κόβοντας και θυσιάζοντας κάτι από τον εαυτό τους. Έχει ξεθωριάσει στις συνειδήσεις των πολλών η ψυχική αναγκαιότητα αυτού του δοσίματος που αποτελεί καρπό γνήσιο του εσωτερικού βιώματος. Και δεν είναι μόνο τα έργα αλληλεγγύης στα οποία παρατηρείται η ατροφική αυτή επίδοση των ελαχίστων. Είναι και στα γενικότερα καλά έργα που τονίζουν τον πνευματικό χαρακτήρα του ανθρώπου και ανεβάζουν ψηλά την αξία του. Όλα τα καλά έργα, σαν απόρροια του θρησκευτικού ιδεώδους μέσα στις ανθρώπινες καρδιές, βιώνουν σήμερα μια κρίση, γιατί οι άνθρωποι έμαθαν στον εύκολο τρόπο ζωής. Άφησαν στο περιθώριο τον δρόμο της θυσίας και κράτησαν την ικανοποίηση των λόγων. Έτσι συνεργούν στην διατήρηση του κλίματος του ατομικισμού που χαρακτηρίζει την εποχή μας, ενώ θα μπορούσαν να γίνουν πρωταγωνιστές καλών έργων, γεμάτων από πνεύμα αληθινής αγάπης, που ξεκουράζει. Ζωή της ψυχής είναι η υπακοή στο θέλημα του Θεού. Η υπακοή μέσα στη ζωή της εκκλησίας είναι ένα μυστήριο που δεν μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό στον σύγχρονο άνθρωπο ο οποίος καυχάται για την ανάπτυξη της κριτικής του σκέψης. Περιεχόμενο της υπακοής είναι ο εθισμός της ψυχής μας στην φυσιολογική λειτουργία της. Η ανυπακοή στο θέλημα του Θεού αφήνει τόπο στην δράση των πονηρών πνευμάτων. Η αμαρτία και τα πάθη είναι οι θύρες των δαιμόνων. Ο χωρισμός από τον Θεό αφήνει τον άνθρωπο μετέωρο ανάμεσα σε πολλούς κινδύνους. Αιωρείται στο κενό και αυτό που επιθυμεί, είναι να βρει κάποιο στήριγμα για να ακουμπήσει.  Ας μάθουμε λοιπόν όλοι μας, να δείχνουμε στους άλλους την πίστη μας, όχι με λόγια που είναι κούφια, αλλά με έργα που είναι γόνιμα σε κατακτήσεις και αντιπροσωπευτικά των αληθινών βιωμάτων. Γένοιτο, γένοιτο, αμήν.           

Νεότερη Παλαιότερη