Η βασιλεία του Θεού

 


Τι χρειάζεται για να ιδρυθεί η βασιλεία του Θεού στην γη; Αγάπη. Η αγάπη είναι η πλέον απαραίτητη αρετή και δεν μπορεί να είναι αυτή, που στρέφεται σήμερα μόνο στα κοντινά μας μέλη αλλά αυτή που στρέφεται προς πάντα συνάνθρωπο, φίλο και εχθρό. Ούτε η αγάπη μπορεί μέσα στην βασιλεία του Θεού να συμπεριφέρεται με έναν αρπακτικό τρόπο προς εκείνους που λένε ότι αγαπούν. Δηλαδή, «κοίτα τι έχω εγκαταλείψει εγώ για την αγάπη σου», καθώς, «εγώ έκανα αυτό ή εκείνο για σένα, πρέπει και εσύ να κάνεις αυτό, υποχρεούσαι να το κάνεις». Αυτά και άλλα πολλά είναι ένα είδος αγάπης του εξαναγκασμού, στο όνομα της αγάπης. Ο λόγος που δημιουργείται ο εξαναγκασμός, είναι διότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που έχουμε με Σοφία Θεού, με αγάπη Χριστού. Ας μην μας διαφεύγει όμως το γεγονός, ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα αλλάζοντας στάση, αλλάζοντας τον τρόπο που τα βλέπουμε. Να τα βλέπουμε με το Πνεύμα του Θεού το οποίο έχει ως εξής, «Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε·» (Α Θεσ. 5,16-18). Όταν βλέπουμε με το πνεύμα του κόσμου, τα λάθη τότε αυτά μάς δένουν και παίρνουν τον λογισμό μας από τον Θεό, από την αποστολή της ανυπόκριτης αγάπης. Θα φέρω ένα παράδειγμα. Κάποτε δύο μοναχοί κατέβαιναν από το βουνό που έμεναν. Στο δρόμο τους υπήρχε ένα ποτάμι το οποίο έπρεπε να περάσουν. Εκεί συνάντησαν μια κοπέλα η οποία έκλαιγε. Την ρώτησαν γιατί κλαίει και αυτή απάντησε, «θέλω να περάσω το ποτάμι για να πάω στο σπίτι μου αλλά είναι πολύ ορμητικό». Τότε ο γεροντότερος καλόγερος την πήρε στον ώμο του και την πέρασε απέναντι. Ο νεότερος μοναχός ήταν σοκαρισμένος, όμως δεν τολμούσε να κάνει ερώτηση. Έτσι συνέχισαν τον δρόμο τους. Μετά από τρεις ώρες δεν άντεξε άλλο και ρώτησε τον γέροντα μοναχό, «δάσκαλε, εμείς είμεθα αφιερωμένοι στον Θεό. Πώς μπόρεσες να διασχίσεις το ποτάμι μεταφέροντας μια κοπέλα στην πλάτη σου;». Το θεωρούσε αμαρτία, δεν το έβλεπε σαν έργο αγάπης. Κάπως έτσι οι άνθρωποι με δογματισμό ή φανατισμό, οι άνθρωποι που στηρίζονται στον νόμο, στην εποχή του Κυρίου έπεσαν στην παγίδα να κρίνουν και τα έργα του Θεού, όχι σαν έργα αγάπης, αλλα σαν έργα παράβασης του νόμου. Στην ίδια παγίδα πέφτουμε όλοι, το ίδιο και ο μαθητής στο παράδειγμα που αναφέρω. Ο γέροντας λοιπόν ψύχραιμος απάντησε, «είδες ότι την πέρασα από το ποτάμι, και έκανα τρία λεπτά, και μετά την άφησα αμέσως κάτω. Εσύ, πώς μεταφέρεις αυτή τη σκέψη για τρεις ώρες στο μυαλό σου και ακόμα δεν την αφήνεις κάτω;». Έτσι και εμείς, δεν μπορούμε να μεγαλώσουμε στην αγάπη, όταν κάτι αρνητικό το κρατάμε μέσα μας χρόνια ολόκληρα. Αν θέλουμε να ανυψώσουμε τον εαυτό μας, να εργαστούμε, ώστε να ανυψώσουμε τους άλλους που είναι γύρω μας. Αυτό είναι αγάπη. Θα φέρω άλλο ένα παράδειγμα για το πώς εκδηλώνεται η αγάπη στην καθημερινότητά μας. Κάποτε ένας βασιλιάς είχε τρία ερωτήματα. Ποιος είναι ο πιο σπουδαίος άνθρωπος στον κόσμο, ποιο είναι το πιο σπουδαίο πράγμα, πότε είναι ο πιο κατάλληλος χρόνος για έναν άνθρωπο να κάνει κάτι αξιόλογο στη ζωή του. Αφού ρωτούσε τους συμβούλους του και δεν μπορούσε να πάρει καμιά ικανοποιητική απάντηση, έβαλε ρούχα απλού ανθρώπου και βγήκε στην χώρα του για να δει, αν μπορεί να λάβει μια απάντηση που να τον ικανοποιεί. Όταν βράδιασε, κάποιος, χωρίς να ξέρει ότι είναι ο βασιλιάς, προσφέρθηκε να τον φιλοξενήσει. Αφού έφαγαν, έπεσαν για ύπνο. Τα μεσάνυχτα χτυπούσε επίμονα η πόρτα. Σηκώνεται ο οικοδεσπότης, ανοίγει και βλέπει κάποιον αιμόφυρτο. Αυτός που χτυπούσε την πόρτα του λέει, «μου επιτέθηκαν κάποιοι άνθρωποι, με χτύπησαν, ξέφυγα, αλλά με ψάχνουν για να με σκοτώσουν, κρύψε με σε παρακαλώ στο σπίτι σου». Ο οικοδεσπότης τον έβαλε μέσα. Μετά από λίγο χτυπά πάλι η πόρτα. Ήταν αυτοί που τον κυνηγούσαν. Ρώτησαν τον οικοδεσπότη, «μήπως πέρασε κάποιος από εδώ;». Ο οικοδεσπότης απάντησε, «όχι». Ο βασιλιάς γεμάτος απορία τον ρώτησε, «για ποιον λόγο έβαλες σε κίνδυνο τη ζωή σου για έναν ξένο;». Ο οικοδεσπότης του απάντησε, «το πιο σπουδαίο πρόσωπο για μένα στον κόσμο, είναι αυτό που σου ζητάει βοήθεια. Το πιο σπουδαίο πράγμα, είναι να του την προσφέρεις, και ο πιο κατάλληλος χρόνος, είναι η στιγμή που σου ζητά την βοήθεια». Αυτή είναι αγάπη. Το ίδιο έκανε και ο καλός Σαμαρείτης στην παραβολή που φανέρωσε ο Κύριος. Η αγάπη ακόμη έχει τρία στάδια. Το πρώτο, είναι η αγάπη προς τον Πατέρα για το έργο δημιουργίας που επιτέλεσε, στο οποίο είμεθα και εμείς ως λογικά όντα, όπου διά της συμβουλής του Θεού μπορούμε να φτάσουμε στη θέωση. Το δεύτερο, είναι η αγάπη που στρέφεται προς τον εαυτό μας τον οποίον αν τον αγαπάμε, να τον αναγεννήσουμε εν Κυρίω. Και το τρίτο, είναι η αγάπη που στρέφεται προς τον αδελφό, προς τον πλησίον. Εκπληρώνοντας κάποιος τα τρία αυτά στάδια, γίνεται Θεός, φτάνει στο καθ' ομοίωσιν. Όταν αποκτήσουμε διά της ατομικής κρίσης την αγάπη, θα είμεθα έτοιμοι να χρησιμοποιηθούμε άνωθεν για να γίνουμε ιδρυτές της βασιλείας του Θεού, διότι ο Θεός, μόνο τότε θα την ιδρύσει εν δυνάμει, ώστε να επικρατήσει στον κόσμο. Φανταστείτε έναν ηγέτη, να συνεργάζεται με υποκριτές συμβούλους οι οποίοι αποβλέπουν στην δική τους μόνο πρόοδο. Αυτό είναι το εμπόδιο για να έρθει εν δυνάμει η βασιλεία του Θεού. Ο λαός του Θεού δηλαδή, δεν πληροί τις προϋποθέσεις. Όταν κάποιος δημιουργήσει προϋποθέσεις, θα γίνει αντιληπτός, διότι θα διέπεται από προσωπικό μαγνητισμό, όπου κοντά του θα έλκονται όσοι έχουν προορισμό σωτηρίας. Τέτοιοι άνθρωποι γεννιούνται άνωθεν, έχοντας σε σύντομο χρονικό διάστημα μεγάλη μετάνοια, μεγάλη πίστη, μεγάλη Σοφία Θεού και μεγάλη αγάπη. Μάλιστα η αφιέρωσή τους στο αγιαστήριο, τους καθιστά υιούς Θεού. Όταν όμως δεν έχουμε αγάπη, τότε θα αναπτυχθεί οικειότητα μετά του Θεού και μεταξύ μας, η οποία καταργεί τον σεβασμό και δεν είναι η ιδανική κατάσταση για δύο ή περισσότερους ανθρώπους που θέλουν να τα πηγαίνουν καλά με αγάπη, αφού θα έχουν οικειότητα και θα βλέπουν λάθη. Ο λαός που χρειάζεται ο Θεός, αφού αναγεννηθούμε, είναι εύκολο να βρεθεί, διότι οι άνθρωποι είναι ως πρόβατα μη έχοντες ποιμένα. Ο Κύριος είπε στον Πέτρο, «δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλιεῖς ἀνθρώπων.» (Μαρκ. 1:17). Για να κάνουμε καλούς αδελφούς, χρειάζονται δύο στοιχεία πνευματικά. Το πρώτο, να έχουμε την επιθυμία μέσω της αδιάλειπτης προσευχής να στείλει ο Θεός καλούς εργάτες και όρεξη να τους υπηρετήσουμε. Και το δεύτερο, η ικανότητα να τους αναγεννήσουμε. Τα δύο στοιχεία είναι, το πρώτο «το επιθυμώ» και το δεύτερο «η ικανότητα». «Το επιθυμώ», κρύβει αγαθό, το οποίο πρέπει να είμαι και να το εκπέμπω και η ικανότητα προέρχεται από την σοφία που με διακατέχει πάνω στο θέλημα του Θεού, στην δημιουργία του κόσμου και στην αναγέννηση αυτού, με στόχο και σκοπό να φτάσει στη θέωση. Πολλοί θέλουν να εξαπλώσουν τον Λόγο του Θεού αλλά δεν βλέπουν ποιοι τον έχουν ανάγκη. Αυτό δεν είναι Σοφία Θεού, διότι αν φέρεις έναν αδελφό στην Φωνή Θεού, για να υπηρετήσει τις αρχές και τις επιδιώξεις αυτής, ο οποίος δεν θέλει ακόμα να θέσει τον Θεό μέσα του, τότε θέτεις εσύ άνθρωπε ένα σοβαρό πρόβλημα στο κεφάλι σου. Χρειάζεται προσοχή! Η ενότητα, η εξάπλωση ομοιάζει με δέκα σκαντζόχοιρους που θέλησαν να ταξιδέψουν μαζί τον Φθινόπωρο μια μακρινή απόσταση που θα διαρκούσε ένα μήνα. Στην αρχή, επειδή έκανε κρύο, πήγαιναν πολύ κοντά, έτσι ο ένας κάρφωνε τον άλλον. Στη συνέχεια απομακρύνθηκαν πολύ και κρύωναν. Προσπάθησαν πολύ και τελικά βρήκαν τον τρόπο. Έτσι και εμείς, μέχρι ο Θεός να μας δείξει τον τρόπο, θα κρατάμε τις σωστές αποστάσεις μεταξύ μας. Η εξάπλωση θα δημιουργήσει τον λαό του Θεού και χρειάζεται πολύ θετική σκέψη και ζώσα πίστη, την οποίαν ο άνθρωπος που εργάζεται, την αντλεί από την προσευχή (αφού θα μείνει χρόνια στο αγιαστήριο) για να δημιουργηθεί το στράτευμα του Θεού. Μετά ο αναγεννημένος άνθρωπος, με όποιον συγκατοικήσει, με οποιονδήποτε χαρακτήρα, σε μικρό χρονικό διάστημα θα τον μεταβάλει. Όλοι αλλάζουν και εγώ δεν γεννήθηκα με γνώση Θεού, με ζήλο Θεού αλλά επειδή αγάπησα τον Θεό, απέκτησα εν μέρει και γνώση Θεού και σοφία δική του, βλέποντας τώρα τα πράγματα στη ζωή μου διαφορετικά. Πολλοί δεν εφάρμοσαν τίποτα από τον Λόγο του Θεού και θέλουν να εξουσιάζουν όχι μόνο τους ανθρώπους αλλά και τα πνεύματα στον ουρανό ή τους αγγέλους, ενώ πρώτα δεν έχουν εξουσιάσει ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό τους. Άλλοι, κάνοντας τους ξερόλες και τους πνευματικούς, παροτρύνουν τους ανθρώπους στην μεταθανάτια ζωή και ο λόγος, διότι δεν γνώρισαν αυτή τη ζωή που ζουν, δεν εννόησαν την αξία της, ώστε να την φυλάξουν σαν κόρη οφθαλμού και μάλιστα διά του Χριστού, να βρουν τους τρόπους που την κάνουν ποσοτική και ποιοτική. Μάλιστα αυτοί οι άνθρωποι αναλώνονται με τα υλικά μέρα-νύχτα. Είναι δυνατόν κάποιος που ζει με την ύλη και επιδιώκει αυτή σαν απαραίτητο στοιχείο διαβίωσης, να γνώρισε την αξία του Θεού και τις δυνατότητες του πνεύματος; Αν θέλουμε να είμεθα λαός του Θεού, ο οποίος θα συμβάλει καθοριστικά στην ίδρυση της βασιλείας του Θεού, του Παλαιού των ημερών, θα πρέπει να αδειάσουμε, ώστε να χωρέσει μέσα μας ο Χριστός. Ο άνθρωπος αδέλφια μου, πνευματικά μοιάζει με εκείνον που αγόρασε ένα σπίτι στα 20, και μέχρι τα 70 του χρόνια, βάζει μέσα σ’ αυτό κάθε μέρα υλικά πραγματα (ντουλάπια, κ.λπ.), σε σημείο που να μην δύναται το σπίτι να φιλοξενήσει τον οικοδεσπότη, πόσο μάλλον να θέλει ο άνθρωπος αυτός να φιλοξενήσει το άπειρο. Όσοι εννοούν τι λέμε, δεν έχουν, παρά να πάρουν τον Λόγο του Θεού ανά χείρας και με την βοήθεια του Κυρίου, η οποία σήμερα παρέχεται διά Πνεύματος Αγίου, να αλλάξουν την διακόσμηση και να πετάξουν ό,τι δεν είναι απαραίτητο για τη ζωή τους, ώστε να βρεθεί χώρος για να αναπαυθούν οι ίδιοι και ο Θεός στον οίκο τους. Οι αληθινές βέβαια αιτίες των προβλημάτων μας, βρίσκονται πάντα μέσα μας, στον ίδιο μας τον εαυτό και προέρχονται από την άγνοια που έχουμε και από τον εωσφορικό εγωισμό. Πρέπει να εννοήσουμε άπαξ διά παντός, ότι οι μόνοι εχθροί που πρέπει να νικήσουμε, είναι οι φόβοι του αύριο, οι αγωνίες στο να εξασφαλίσουμε ή να πετύχουμε πολλά αγαθά. Η ζωή τόνισε ο Κύριος «ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ.» (Λουκ. 12:15). Ακόμα η ζήλια, ο εγωισμός και τα παρόμοια αυτών, μας καθιστούν αδύναμους στο να εντάξουμε το θέλημα του Θεού στη ζωή μας. Ο ψαλμωδός αναφέρει, «καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ.» (Ματθ. 10:36), αυτοί δηλαδή που συγκατοικούν μέσα του. Αν θέλουμε να νικήσουμε τον εχθρό, θα πρέπει να στρέψουμε την πλάτη μας σε αυτόν, και την προσοχή μας στον Θεό. Ο Δανιήλ αυτό έκανε μέσα στον λάκκο των λεόντων, γύρισε την πλάτη του στα λιοντάρια και κοιτούσε τον Θεό, έτσι αυτά έπεσαν σε κώμα. Όταν λοιπόν έρχονται δυσκολίες, να γινόμεθα όπως ο Δανιήλ, να γυρίζουμε στον Θεό και να προσευχόμαστε. Τώρα, λόγω του ότι η αγάπη δεν υφίσταται στη ζωή μας, αν και είναι ευαγγελική απαίτηση του Θεού, ό,τι και αν επιδιώκουμε, καταλήγει στο ανυπέρβλητο τείχος του θανάτου. Αυτός ο  θάνατος, καταστρέφει το σώμα και αφήνει την ψυχή μας ακαλλιέργητη, εκτεθειμένη στα χέρια του άρχοντα του σκότους του αιώνος τούτου. Είναι πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι μεγαλώνουν βιολογικά ενώ πνευματικά παραμένουν παιδιά, έχοντας μυαλό είκοσι χρονών και σώμα ογδόντα χρονών, γεμάτο παράπονα, αδυναμίες και μικρότητες. Παρ' όλ' αυτά όμως, ο άνθρωπος παρά τις προειδοποιήσεις του Θεού ανά τους αιώνες, συνεχίζει την αδιάλλακτη συμπεριφορά του δημιουργώντας θέρετρα τα οποία κυοφορούν μέσα τους φέρετρα. Εμείς όμως σήμερα όλοι εδώ, εννοήσαμε το συμφέρον μας και προσπαθούμε να στηρίξουμε τη ζωή μας πάνω στο θέλημα του Θεού το οποίο εξασφαλίζει την ενότητα μεταξύ μας και μετά του Θεού. Ο Κύριος αδέλφια μου, ερχόμενος στον κόσμο, αγάπησε τον άνθρωπο και άρχισε να παρουσιάζει την αγάπη του ποικιλοτρόπως. Πολλές φορές έδινε αγάπη χωρίς καν να του ζητηθεί, και ο λόγος, διότι είχε το διορατικό χάρισμα. Έτσι, έβλεπε τις ανάγκες των αδελφών του και με φυσική ή με υπερφυσική δύναμη, επενέβαινε στη ζωή των συνανθρώπων του δημιουργώντας χαρά και φέρνοντας ευφορία και αγαλλίαση στη ζωή τους. Άλλες φορές, του ζητούσαν οι άνθρωποι βοήθεια, και αμέσως ανταποκρινόταν. Έτσι, αγαπήθηκε ακόμη και από τους εχθρούς του. Μάλιστα για να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά του νόμου, ο οποίος είχε την εξουσία να επιφέρει τον θάνατο, αφού ήτο ανεφάρμοστος, προχώρησε παραπέρα, κατήργησε αυτόν τον θάνατο δίνοντας την ζωή του λύτρον αντί πολλών και χαρίζοντας το μέγα έλεος. Πολλοί άνθρωποι σήμερα, παρουσιάζουν το θέλημα του Θεού έχοντας σαν προσφορά την γνώση. Όμως αυτή δεν γίνεται αποδεκτή, και ο λόγος, διότι «ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δὲ ἀγάπη οἰκοδομεῖ.» (Α Κορ. 8:2) και συμβάλλει στην ανάπτυξη της σχέσης Θεού και ανθρώπου καθώς και ανθρώπου με ανθρώπου. Είναι λοιπόν προτιμότερο΅, ένα έργο αγάπης παρά χίλια λόγια που κουράζουν. Την αγάπη λοιπόν, εάν συλλάβουμε την αξία της, δυνάμεθα να την εκδηλώσουμε ποικιλοτρόπως. Ας ξεκινήσουμε σήμερα να κάνουμε βήματα αγάπης που να εκδηλώνουν καλή προαίρεση, να εκδηλώνουν συμπάθεια, να εκδηλώνουν λόγια και έργα αγάπης, τα οποία οι αιώνες τα αγκαλιάζουν και μπορούν να μας φτάσουν στον θρόνο του Θεού. Μπορούν ακόμα να κάνουν τον ίδιο τον Θεό να χτυπήσει την πόρτα της καρδιάς μας, ώστε να μεταβάλει την καρδιά μας σε καρδιά Θεού η οποία εκδηλώνει σπλάχνα Χριστού. Ο Θεός, όπου δει αγάπη, εκεί κατεβαίνει και συναντά τον άνθρωπο που εκδηλώνει αυτή με έργα και με λόγια. Μην περιμένουμε να μας δώσουν αγάπη και μην την ζητιανεύουμε. Όταν ζητάς ή όταν ζητιανεύεις αγάπη, δεν θα την χορτάσεις ποτέ, διότι η αποστολή σου δεν είναι να ζητάς αλλά να δίνεις. Αν δώσουμε, να είμεθα σίγουροι ότι θα χορτάσουμε αγάπη. Για να δώσεις όμως, πρέπει να εννοήσεις τον Θεό, όπου μέσω αυτού, θα συλλάβεις άνθρωπε, ότι ζεις στην μήτρα της αγάπης. Αν συνεχίσουμε να ζούμε εγωκεντρικά, το μόνο που θα καταφέρουμε, θα είναι να βλέπουμε παντού εχθρούς, ώστε μετά να λέμε ότι οι εχθροί μας είναι παντού. Τους εχθρούς, εμείς τους δημιουργούμε και ο λόγος, διότι το πνεύμα του Θεού δεν υπάρχει μέσα μας. Έχουμε δει όμως ανθρώπους, που μετενόησαν και εκτιμήθηκαν με τα έργα αγάπης και από τους εχθρούς, τους οποίους η άγνοια δημιούργησε στην πρότερη ζωή τους. Η αγάπη λοιπόν του Θεού, βρίσκεται παντού και αξίζει να την δίνουμε και να την παίρνουμε. Όταν φτάσουμε στο σημείο να αγαπάμε, τότε καινούργιοι άνθρωποι, γεμάτοι αγάπη θα μπουν στη ζωή μας. Μάλιστα όσοι βρίσκονται ήδη γύρω μας, θα βλέπουν την αγάπη μας και θα μας αγαπήσουν και αυτοί περισσότερο. Βλέποντας τώρα την δύναμη της αγάπης, θα θέλουμε να αγαπάμε περισσότερο, διότι η χαρά που τα έργα μας βρίσκουν ανταπόκριση από Θεό και ανθρώπους, θα είναι ανεκλάλητη. Εάν λοιπόν θέλουμε να αλλάξει ο κόσμος, μπορούμε να το κάνουμε ξεκινώντας από σήμερα να μεγαλώνουμε στην αγάπη προς τον Θεό και προς τον αδελφό ή συνάνθρωπο. Υπάρχει ένας προφήτης στην Παλαιά Διαθήκη που ονομάζεται Ζοροβάβελ. Το όνομά του είναι μοναδικό, διότι φανερώνει το έθνος που θα συμβάλει καθοριστικά στην ίδρυση της βασιλείας του Θεού. Μάλιστα το κάθε γράμμα του ονόματός του, λέει κάτι σε εμάς. Αυτό που φανερώνει είναι: Ζωή Ομαδική, Ρομφαία  Ολοκληρωτική, Βασιλεία Άφθαρτη, Βασιλεύει Ελληνικός Λαός. Εμείς είμεθα Έλληνες. Το Ευαγγέλιο είναι γραμμένο στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Ο Θεός είναι μαζί μας. Από μας περιμένει την απόφαση, και μπορούμε αν το πιστέψουμε, να φέρουμε την βασιλεία του Θεού πρώτα μέσα μας και κατόπιν γύρω μας. Αδέλφια μου, ο Θεός – Πατέρας, είναι το άπαν και πρέπει να υφίσταται στη ζωή μας, διότι η αγαθότητα και η πρόνοια του Θεού φαίνεται σ’ όλα τα δημιουργήματά του. Η Σοφία και η δόξα του αναγνωρίζεται από τα θαυμαστά του έργα. Η δικαιοσύνη του το ίδιο. Η αγιότητά του αναγνωρίζεται από τον νόμο του. Και τελευταία, ας γνωρίζουμε ότι τους έσχατους χρόνους τους οποίους διανύουμε,- διότι το Άγιο Πνεύμα έτσι μας πληροφορεί-, «ὅτι ἐνεπλήσθη ἡ σύμπασα τοῦ γνῶναι τὸν Κύριον ὡς ὕδωρ πολὺ κατακαλύψαι θαλάσσας.» (Ησ. 11:9). Ο Θεός, «αὐτὸς ἐξ ἀρχῆς ἐποίησεν ἄνθρωπον καὶ ἀφῆκεν αὐτὸν ἐν χειρὶ διαβουλίου αὐτοῦ.» (τον άφησε στο θέλημά του) (Σοφία σειραχ 15:14). Ο Θεός δεν είναι ο διαρρήκτης της θύρας. Αυτός δεν εκβιάζει την θύρα της ψυχής μας. Στην αποκάλυψη στο κεφάλαιο 3, αναφέρεται, «ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ. Ὁ νικῶν, δώσω αὐτῷ καθίσαι μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ θρόνῳ μου, ὡς κἀγὼ ἐνίκησα καὶ ἐκάθισα μετὰ τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ. Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.» (Αποκ. 3:20-22).

Νεότερη Παλαιότερη