2 Πνευματική ζωή και σωματική υγεία:

 


Ο αναγεννημένος από τον Θεό, άνθρωπος  εισέρχεται στην ελευθερία της δόξης των τέκνων τοῦ Θεοῦ (Ρωμ. 8,21). Ο άνθρωπος του θεού δεν ανήκει σε κανέναν άνθρωπο, δεν δεσμεύεται από καμία ιδεολογική κατασκευή, δεν αναζητά να κατέχει ούτε να κατέχεται. Ο άνθρωπος του Θεού ανήκει μόνο στον Θεό· ζει εν Χριστῷ, και όπως ο ίδιος ο Χριστός, «ἐλεύθερος ἐγένετο» (Γαλ. 5,1), έτσι και ο δικός του μαθητής ελευθερώνεται από κάθε είδους εξουσία που δεν πηγάζει από την αγάπη. Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, ο αναγεννημένος νους είναι εκείνος που απελευθερώνεται από τα πάθη και αποκτά ἀπάθεια, όχι ως αδιαφορία, αλλά ως πληρότητα Χριστοκεντρικής ζωής. Αυτός ο άνθρωπος έχει μόνο φίλους και αδελφούς, γιατί βλέπει τον κάθε άνθρωπο ως εικόνα του Θεού, χωρίς να επιχειρεί να τον κατέχει, να τον ελέγχει, να τον χρησιμοποιεί. Δεν εξουσιάζει ούτε εξουσιάζεται· αγαπά και αγαπιέται εν ελευθερία.


Πνευματική ζωή και σωματική υγεία:

 

Αγαπητοί αδελφοί, η πνευματική ζωή του Χριστιανού δεν είναι μια πορεία βασισμένη σε ανθρώπινες εντολές ή αυθαίρετες θυσίες, αλλά μια ζωή θεϊκής καθοδήγησης, φωτισμένη από το παράδειγμα του Ιησού Χριστού και τον φωτισμό των Αγίων Πατέρων. Ο Χριστός μας αποκάλυψε την αλήθεια και μας δίδαξε να ζούμε όχι μέσα σε εθελοντικούς πειρασμούς, κακουχίες και στερήσεις που προέρχονται από το δικό μας θέλημα, αλλά με σοφία, ταπείνωση και διάκριση. Η ζωή σε αυτόν τον κόσμο είναι προσωρινή. Δεν είναι ο τελικός μας προορισμός, αλλά ένα πέρασμα προς την αιώνια Βασιλεία του Θεού. Όπως λέει και η Αγία Γραφή: «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13:14). Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει πως δεν ζούμε μόνο για το παρόν, αλλά για το μέλλον, το αιώνιο.

Ωστόσο, παρατηρείται συχνά το φαινόμενο κάποιοι να νομίζουν ότι ευσέβεια σημαίνει να ταλαιπωρούν το σώμα τους, να στερούνται, να ρίχνονται μόνοι τους σε δοκιμασίες και πειρασμούς, θεωρώντας ότι αυτό είναι "θέλημα Θεού". Πρόκειται για μια επικίνδυνη παρερμηνεία. Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδαξε να προσευχόμαστε λέγοντας: «Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν» (Ματθ. 6:13). Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος συμβουλεύει: «Μὴ ζητεῖς πειρασμὸν εἰς τὴν προσευχὴν σου· μᾶλλον ζήτει εἰρήνην.» Άρα, όχι μόνο δεν πρέπει να επιζητούμε τον πειρασμό, αλλά να τον αποφεύγουμε, ζητώντας από τον Θεό να μας προστατεύσει από αυτόν. Δεν υπάρχει αρετή στο να προκαλούμε εμείς οι ίδιοι τον πόνο και τη δοκιμασία. Αντίθετα, αυτό μπορεί να είναι ένδειξη υπερηφάνειας και όχι ταπείνωσης.

Η άσκηση που παρέδωσαν οι Άγιοι Πατέρες δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μέσο καθάρσεως και ταπείνωσης, μέσο ένωσης με τον Θεό. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος σημειώνει πως δεν αγιάζει κάθε στέρηση, αλλά εκείνη που γίνεται με εγκράτεια και αγάπη. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τονίζει πως τα πάθη δεν φεύγουν μόνο με σωματικές κακουχίες, αλλά με αληθινή ταπείνωση. Όποιος ασκείται χωρίς διάκριση, μόνο εξωτερικά, πέφτει στο ίδιο σφάλμα με τους Φαρισαίους, που καθάριζαν το έξωθεν του ποτηρίου και όχι το έσωθεν. Η αληθινή άσκηση δεν καταστρέφει τον άνθρωπο, αλλά τον θεραπεύει.

Ο Κύριος μας πρόσταξε να αγαπούμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Πώς όμως να αγαπήσει κανείς τον άλλον, όταν δεν αγαπά σωστά τον εαυτό του; Όχι με εγωισμό, αλλά με σεβασμό προς το δώρο της ζωής που μας έδωσε ο Θεός. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει: «Οὐδεμία ἀγάπη γίνεται πρὸς τὸν πλησίον, ἄνευ τοῦ νὰ ἀγαπᾶ τις ὀρθῶς τὸν ἑαυτόν του.» Αν κάποιος καταστρέφει τον εαυτό του στο όνομα μιας παρερμηνευμένης ευσέβειας, θα μεταδώσει την ίδια πλάνη και στον πλησίον του. Θα πάψει να αγαπά με διάκριση, και θα αγαπά με θλίψη, βία και φόβο.

Ο Ιησούς Χριστός είναι το πρότυπο της τέλειας υγείας, τόσο σωματικής όσο και πνευματικής. Δεν αρνήθηκε την ανθρώπινη φύση, αλλά την προσέλαβε πλήρως για να τη θεραπεύσει. Όπως λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «Τὸ ἀπρόσληπτον ἀθεράπευτον.» Αν ο Χριστός δεν ήταν τέλειος άνθρωπος, δεν θα μπορούσε να σώσει τον άνθρωπο. Το σώμα δεν είναι κάτι που πρέπει να εξουθενώσουμε, αλλά να τιμήσουμε και να καθαρίσουμε, ώστε να γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος.

Ας προσέχουμε, λοιπόν, αγαπητοί μου. Η αυθεντική ευσέβεια είναι καρπός ταπείνωσης, διάκρισης και αληθινής σχέσης με τον Θεό. Δεν είναι προϊόν φανατισμού, ούτε εκδήλωση πνευματικής αλαζονείας. Ο Χριστιανός καλείται να βαδίσει με ισορροπία και αγάπη, έχοντας πάντοτε ως κέντρο της ζωής του τον Χριστό και οδηγό τους Πατέρες της Εκκλησίας. Όπως είπε κάποιος Γέροντας: «Οὐκ ἐν τῷ πλήθει τῶν ἀσκημάτων ἡ σωτηρία, ἀλλ’ ἐν τῇ καθαρότητι τῆς καρδίας.»

Ας παρακαλέσουμε όλοι μας τον Κύριο να μας δώσει πνευματική διάκριση, να ζούμε με σοφία και ειρήνη, αγαπώντας τον εαυτό μας εν Χριστώ, για να μπορούμε να αγαπήσουμε αληθινά και τον πλησίον. Να βαδίζουμε στην πνευματική ζωή όχι με αυθαίρετες θυσίες, αλλά με υπακοή στο Πνεύμα και στην Ορθόδοξη Παράδοση. Αμήν.

Δεν παίζει ρόλο το τι συμβαίνει στην ζωή σου.

 

Δεν παίζει ρόλο το τι συμβαίνει στην ζωή σου αλλά παίζει ρόλο το πώς αντιδράς. Οταν έχεις ειρήνη Χριστού αντιδράς με ταπεινότητα και σοφία θεού. Οταν  δεν έχεις απλά καταστροφικά.

 

Δεν έχει καθοριστική σημασία τι ακριβώς συμβαίνει στη ζωή μας· εκείνο που έχει σωτηριολογική αξία είναι το πώς αντιδρούμε απέναντι σε αυτά που μας συμβαίνουν. Ο εξωτερικός κόσμος πάντοτε θα μεταβάλλεται, θα προκαλεί, θα δοκιμάζει· όμως η καρδιά του ανθρώπου μπορεί να μένει 14Σεῖς εἶσθε τὸ φῶς τοῦ κόσμου πόλις κειμένη ἐπάνω ὄρους δὲν δύναται νὰ κρυφθῇ αμετακίνητη όταν είναι ριζωμένη στην ειρήνη του Χριστού.

 

Όταν η ψυχή ζει την ειρήνη του Χριστού, τότε αποκρίνεται στις θλίψεις και στις αδικίες με ταπεινοφροσύνη, μακροθυμία και θεία σοφία. Η ειρήνη αυτή «τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλιπ. 4,7), δεν είναι αποτέλεσμα λιπών εξωτερικών συνθηκών αλλά καρπός του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5,22) και εσωτερικής ενώσεως με τον Χριστό. Ο άνθρωπος που την έχει, γίνεται θεοφόρος· κάθε τι που τον πλήττει γίνεται ευκαιρία προσευχής, κάθε αδικία ευκαιρία συγχώρησης, κάθε δοκιμασία ευκαιρία πίστης.

 

Αντιθέτως, όταν δεν υπάρχει μέσα μας η ειρήνη του Χριστού, τότε οι αντιδράσεις μας είναι σπασμωδικές, εμπαθείς και ενίοτε καταστροφικές – για εμάς και για τους άλλους. Ο εγωισμός, ο φόβος, η έλλειψη πίστης και τα πάθη κινούν τον νου και την καρδιά, με αποτέλεσμα «ἀντὶ εἰρήνης γίνεσθαι πόλεμος» και η ψυχή να αποσταθεροποιείται.

 

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει: «Οἱ ἔσω φώτες εἰρήνης, εἰ μὴ γένωνται ἐν τῇ ψυχῇ, οὐκ ἔστιν δύναμις ἀνέχεσθαι τὰ ἔξω πάθη» – δηλαδή: αν δεν υπάρξουν μέσα μας τα εσωτερικά φώτα της ειρήνης, δεν μπορούμε να υπομείνουμε τα εξωτερικά πάθη.

 

Οπότε, κάθε αντίδρασή μας φανερώνει και την ποιότητα της πνευματικής μας καταστάσεως. Όπως ο καθρέφτης δείχνει το πρόσωπο, έτσι και οι αντιδράσεις μας δείχνουν την καρδιά μας. Γι’ αυτό και το πρώτο μέλημα του χριστιανού δεν είναι να αλλάξει τον κόσμο ή τις καταστάσεις, αλλά να αλλάξει τον εαυτό του, ώστε να αποκτήσει ειρήνη, ταπείνωση και Χριστοκεντρική διάκριση.

 

«Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 21,19).

 

 

 

Πνευματικές Αποσκευές για τη Ζωή την Αληθινή

«Ο Χριστός έφερε τη ζωή και την αφθαρσία διά του Ευαγγελίου» (Β΄ Τιμ. 1:10)

Άνθρωπε, άκου. Σήμερα που ακόμη έχουμε καιρό, ας φροντίσουμε να μαζέψουμε θησαυρό άφθαρτο και αμάραντο. Όχι θησαυρό φθαρτό που σκουριάζει, αλλά θησαυρό ουράνιο, που τον φυλάει ο Θεός για όσους Τον αγαπούν. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Εἰ τοῦτον τὸν βίον διάξωμεν καλῶς, εἰς τὸν μέλλοντα μεταβήσομεν βίον ἀπηλλαγμένον παντὸς κακοῦ» (Εἰς Ματθαῖον). Οπότε, όσο έχουμε χρόνο, ας μην τον σπαταλήσουμε.

Ο κοινός στόχος όλων μας ας είναι να γίνουμε αληθινά παιδιά Θεού· όχι μόνο κατ’ όνομα, αλλά και κατά την πράξη και το ήθος. Να γίνουμε άνθρωποι που υπηρετούν τη ζωή, όχι τον θάνατο· που ζουν την αγάπη, την ταπείνωση, τη χαρά, τον Θεό. Μόνο τότε, το σκοτάδι της άγνοιας και της αμαρτίας θα σβήσει, και το φως του Χριστού θα επικρατήσει, πρώτα μέσα μας, και κατόπιν γύρω μας. Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει: «Ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης ὁ Χριστὸς, μόνον εἰς καθαρὰς καρδίας λάμπει». Αν καθαρίσουμε την καρδιά μας, τότε το φως Του θα κατοικήσει μέσα μας.

Μην ξεχνάς, άνθρωπε, πως ο Χριστός έφερε τη ζωή και την αφθαρσία διά του Ευαγγελίου. Δεν ήρθε να δώσει μια ηθική θεωρία ή έναν φιλοσοφικό δρόμο. Ήρθε να δώσει Ζωή – αιώνια, νικηφόρα, αληθινή. Όπως λέει ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: «Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεάνθρωπος καὶ μόνον ἐν Αὐτῷ ὑπάρχει ἀθανασία, ζωὴ καὶ ἀλήθεια».

Αν έχεις τον Χριστό, έχεις τη ζωή και την αφθαρσία. Αν δεν έχεις τον Χριστό, δεν έχεις τίποτα από αυτά. Όλα τα άλλα που ίσως μαθαίνεις, πιστεύεις ή φαντάζεσαι, και νομίζεις ότι είναι από τον Θεό, αν δεν έχουν ρίζα στο Ευαγγέλιο και στην εμπειρία της Εκκλησίας, είναι παραμύθια· ψευδαισθήσεις· εντάλματα ανθρώπων. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μας προειδοποιεί: «Ὅσοι νομίζουν ὅτι σώζονται ἄνευ ἔργων ἀγάπης, πλανῶνται. Διότι ἡ πίστις νεκρά ἐστὶν χωρὶς ἔργων.»

Κι όμως, υπάρχει ένα που δεν είναι παραμύθι: ο αγώνας. Ο αληθινός, προσωπικός, πνευματικός σου αγώνας. Όχι για να γίνεις κάτι σπουδαίο στα μάτια των ανθρώπων, αλλά για να αγαπήσεις πραγματικά τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Να επενδύσεις στην ταπείνωση, στην απλότητα, στη σοφία του Θεού. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει: «Ἡ ταπείνωσις ἐνώνει τὸν ἄνθρωπον μὲ τὸν Θεόν. Ἄνω τοῦ οὐρανοῦ ὑψοῦται ὁ ταπεινὸς».

Αυτά είναι οι πνευματικές σου αποσκευές. Η ταπείνωση, η πίστη, η γαλήνη, η προσευχή, η αγάπη, η μετάνοια. Και το θαυμαστό είναι πως όσο πιο γεμάτες είναι αυτές οι αποσκευές, τόσο πιο ανάλαφρος γίνεσαι. Όπως το είπε ποιητικά ένας Γέροντας: «Τα υλικά φορτώνουν τον άνθρωπο· τα πνευματικά τον πετούν σαν πουλί.»

Και αν παρ’ όλα αυτά κοιμηθείς, αν ο βιολογικός σου χρόνος τελειώσει, να μη φοβάσαι. Να γνωρίζεις με βεβαιότητα πως, εάν έζησες εν Χριστώ, θα φυλαχτείς από τον Θεό και θα λάβεις σῶμα ἀχειροποίητον, σῶμα σύμμορφον τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ (Φιλιπ. 3:21). 12Οὐχὶ ὅτι ἔλαβον ἤδη τὸ βραβεῖον ἤ ἔγεινα ἤδη τέλειος, τρέχω ὅμως κατόπιν, ἴσως λάβω αὐτό, διὰ τὸ ὁποῖον καὶ ἐλήφθην ὑπὸ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μάς διαβεβαιώνει: «Ὅ,τι ἔγινε ἐν τῷ Χριστῷ, ἐκείνου εἶναι καὶ τῶν μελλόντων νὰ ζήσουν ἐν Χριστῷ.»

Αυτή είναι η Ζωή. Αυτή είναι η Αλήθεια. Αυτή είναι η Κληρονομιά που μάς χάρισε ο Χριστός. Ας τη δεχτούμε με ευγνωμοσύνη. Ας την κρατήσουμε με ταπείνωση. Ας την μοιραστούμε με αγάπη. Και ας ξεκινήσουμε σήμερα, χωρίς αναβολές, να ετοιμάζουμε τις πνευματικές μας αποσκευές για το ταξίδι προς τη Ζωή την Αληθινή. Αμήν.

 

Η φωνή του Θεού, ως ζώσα και ενεργός, διατρέχει την ανθρώπινη ιστορία ως διαχρονική ενέργεια της Θείας Οικονομίας, επιλέγοντας σκεύη εκλογής μέσα στα οποία εγκαθίσταται και δι’ αυτών εργάζεται τη σωτηρία του κόσμου (. Πράξ. 9,15). 15Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· Ὕπαγε, διότι οὗτος εἶναι σκεῦος ἐκλογῆς εἰς ἐμέ, διὰ νὰ βαστάσῃ τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων καὶ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ· Η φωνή αυτή δεν περιορίζεται σε χρονικά ή δογματικά πλαίσια· δεν γνωρίζει σύνορα εθνών, φυλών ή θρησκειών, αλλά διαχέεται προς πάντα άνθρωπο ζητούντα την αλήθεια «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Ιω. 4,24).24Ὁ Θεὸς εἶναι Πνεῦμα, καὶ οἱ προσκυνοῦντες αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ πρέπει νὰ προσκυνῶσι.

Στη σύγχρονη εποχή, η ζώσα φωνή του Θεού εξακολουθεί να αντηχεί στον κόσμο διά του Ευαγγελίου της Βασιλείας, καλώντας την ανθρωπότητα σε αναγέννηση, σε μετοχή στην εν Χριστῷ ζωή και στην αλήθεια που ελευθερώνει (Ιω. 8,32). 32καὶ θέλετε γνωρίσει τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια θέλει σᾶς ἐλευθερώσει.3 Οι θεμελιώδεις αρχές αυτού του Ευαγγελίου —η ζώσα πίστη, η ανυπόκριτη αγάπη προς πάντας, η υγιαίνουσα διδασκαλία— δεν είναι αφηρημένες θεωρίες, αλλά δυναμικές πραγματικότητες που μεταμορφώνουν τον άνθρωπο, καθιστώντας τον μέτοχο της αφθαρσίας και της αιωνιότητος (Α’ Κορ. 15,53).53Διότι πρέπει τὸ φθαρτὸν τοῦτο νὰ ἐνδυθῇ ἀφθαρσίαν, καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο νὰ ἐνδυθῇ ἀθανασίαν.

Η ενοποιητική προοπτική του λόγου του Θεού, όπως διατυπώθηκε στην αρχιερατική προσευχή του Χριστού, «ἵνα ὦσιν ἓν» (Ιω. 17,11.22), και επεξηγήθηκε πρακτικά με την εντολή της αγάπης (Ιω. 13,35), 35Ἐκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ὅτι εἶσθε μαθηταὶ μου, ἐὰν ἔχητε ἀγάπην πρὸς ἀλλήλους. αποτελεί τον πυρήνα της χριστιανικής μαρτυρίας εν μέσω του κόσμου. Η φωνή αυτή είναι η φωνή της ενότητας, της καταλλαγής, της ζωής· όχι της διαιρέσεως, της κατακρίσεως ή της θρησκευτικής περιχαράκωσης.

Ο Χριστός προανήγγειλε ότι «κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ… καὶ τότε ἥξει τὸ τέλος» (Ματθ. 24,14). Το τέλος αυτό δεν συνιστά απειλή· αποτελεί την εκπλήρωση της Θείας Οικονομίας και την παγκόσμια συνάντηση με την Αλήθεια, την οποία προοικονόμησε η ιστορική φωνή του Θεού εντός των αιώνων.

Ωστόσο, η πνευματική ημιμάθεια και η αμάθεια εξακολουθούν να κυριαρχούν στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, καθιστώντας των ευάλωτο στις απατηλές υποσχέσεις της αυτονομημένης λογικής και των εγωκεντρικών επιδιώξεων. Η θεμελίωση της ζωής πάνω σε πλάνες και συμφέροντα είναι η ρίζα της υπαρξιακής αποστασίας. Παρά ταύτα, το «δένδρον τοῦ Θεοῦ» ( Ματθ. 13,31-32) 31Ἄλλην παραβολήν παρέθηκεν εἰς αὐτούς, λέγων· Ὁμοία εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ κόκκον σινάπεως, τὸν ὁποῖον λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀγρῷ αὑτοῦ·32τὸ ὁποῖον εἶναι μὲν μικρότερον πάντων τῶν σπερμάτων, ὅταν ὅμως αὐξηθῇ εἶναι μεγαλήτερον τῶν λαχάνων καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε ἔρχονται τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ κατασκηνοῦσιν ἐν τοῖς κλάδοις αὐτοῦ. Η φωνή του Θεού καλεί σήμερα τους ανθρώπους εκ νέου, διαμέσου των ταπεινών και μετανοούντων, στη ζωή του Αγίου Πνεύματος,(όπου αποκαλύπτεται το μυστήριο της Βασιλείας.

Ο Θεός δεν εργάζεται πάντοτε κατά τον ίδιο τρόπο· η ενέργειά του είναι προσωπική, στοχευμένη και ανάλογη του επιπέδου κατανόησης και των υπαρξιακών αναγκών του κάθε ανθρώπου. Από τον Αβραάμ, ο οποίος «ἐπίστευσε τῷ Θεῷ καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην» (Γεν. 15,6·  Ρωμ. 4,3), μέχρι τον Ηλία, που μετέστη «ἐν πυρίνῳ ἅρματι» (Β΄ Βασ. 2,11) και εμφανίστηκε στο Θαβώρ (Ματθ. 17,3), ο Θεός φανερώνει τον εαυτό του μέσα από ανθρώπους οι οποίοι έγιναν «κατοικητήρια Θεοῦ ἐν Πνεύματι» (Εφ. 2,22).

Δηλαδή ο θεός μέσω του Μωυσέως ετέλεσε έργο απελευθέρωσης και αποκάλυψης του Νόμου, ενώ με τους Προφήτες διαφύλαξε τον Λόγο Του, προετοιμάζοντας τη σάρκωση του Υιού. Η Θεία Οικονομία δεν είναι στατική· είναι ιστορική και ταυτόχρονα εσχατολογική. Στην πληρότητα του χρόνου, ο Λόγος έγινε σάρκα και «ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ιω. 1,14), φανερώνοντας την αλήθεια όχι ως έννοια αλλά ως πρόσωπο.

Μέσα από την εν Χριστῷ αποκαλυπτική δράση, η θεία φωνή γίνεται φωνή Πατρός που προσκαλεί τα τέκνα του στη μετάνοια και στη θέωση. Ο Θεός «θέλει πάντας ανθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. 2,4), μάλιστα δια του Υιού του άνοιξε την οδό της αφθαρσίας, ο τρόπος διά της ταπεινώσεως, της αγάπης, της σταυρικής θυσίας του.

Η συνέχεια του έργου του επιτελείται στην Εκκλησία διά των Αποστόλων, των Πατέρων, των Αγίων, των μαρτύρων της πίστης και της αγάπης. Η πνευματική ιστορία της ανθρωπότητας αποδεικνύει πως όποιος ενώνεται με τον Χριστό, καθίσταται «σύσσωμος καὶ συμμέτοχος τῆς ἐπαγγελίας» (Εφ. 3,6), 6νὰ ἦναι τὰ ἔθνη συγκληρονόμα καὶ σύσσωμα καὶ συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας αὐτοῦ ἐν τῷ Χριστῷ διὰ τοῦ εὐαγγελίου,7τοῦ ὁποίου ἔγεινα ὑπηρέτης κατὰ τὴν δωρεὰν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τὴν δοθεῖσαν εἰς ἐμὲ κατὰ τὴν ἐνέργειαν τῆς δυνάμεως αὐτοῦ.

Ο Θεός δεν είναι Θεός τοπικός ή φυλετικός· είναι «Παντοκράτωρ» (Απ. 1,8), Πατέρας όλων. Ο Απ Παύλος, ως Απόστολος των εθνών, επιβεβαιώνει ότι ο Θεός «οὐκ ἐστι προσωπολήπτης» (Ρωμ. 2,11), και ότι εν Χριστῷ δεν υπάρχει «Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην… πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28).

Η φωνή του ζώντος Θεού συνεχίζει να ενεργεί. Όποιος ακούει τον λόγο του και πιστεύει «τῷ πέμψαντί με», κατά τον ίδιο τον Κύριο, «ἔχει ζωὴν αἰώνιον… ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ιω. 5,24). Αυτή η μετάβαση είναι το θαύμα της εν Χριστῷ ζωής· η έξοδος από την φθορά· η κατάργηση του ψεύδους· η βεβαίωση ότι ο Θεός «ἐστὶ Θεὸς ζώντων καὶ οὐ νεκρῶν» (Ματθ. 22,32).

 

Η νέα εποχή της θείας ενέργειας: και η μεταστοιχείωση του ανθρώπου εν Πνεύματι Αγίω.

Η περίοδος στην οποία ζούμε, κατά την θεία οικονομία, δεν αποτελεί μια επανάληψη του παρελθόντος, αλλά μια ζώσα και ενεργός πραγματικότητα όπου ο Θεός, διά του Αγίου Πνεύματος, επανέρχεται δραστικά στον κόσμο, προσκαλώντας τον άνθρωπο να μετάσχει πλήρως της θείας φύσεως (Β΄ Πέτρ. 1,4). Η νέα αυτή θεοσημαντική εποχή δεν προσβλέπει στη μίμηση παρελθόντων μορφών θρησκευτικότητας, αλλά στην υπερβατική πληρότητα της θείας επαγγελίας· πληρότητα η οποία καθιστά τον άνθρωπο «Θεόν κατά χάριν» σύμφωνα με την πατερική ορολογία (ο Μέγας Αθανάσιος: μας νουθετεί Ο Λόγος εγένετο άνθρωπος, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν).

Η ανάγκη αποδέσμευσης από την ιστορική ανακύκληση.

Το σχέδιο του Θεού δεν καλεί τους χριστιανούς της παρούσας εποχής να αναπαράγουν απλώς τα μοντέλα των παρελθόντων καιρών, διότι κάθε θεοφάνεια και κάθε πνευματική φάση ενσαρκώνει μοναδικά την εκάστοτε οικονομία της χάριτος. Η εσχατολογική δυναμική του παρόντος χρόνου δεν έγκειται στην εξωτερική αναβίωση της αποστολικής εποχής, αλλά στην πλήρη εσωτερική είσοδο του ανθρώπου στο αγιαστήριο της καρδίας, στο ταμείο του νου, όπου και τελεσιουργείται το μυστήριο της πνευματικής αναγέννησης.

Ο Χριστός δεν ζητά πλέον εξάπλωση δια των λόγων, αλλά φανέρωση δια της ζωής. Διότι η απλή ρητορεία, αν δεν συνυποστηρίζεται από το βίωμα της πίστεως, καθίσταται αντίφαση και σκανδαλισμός. Πώς είναι δυνατόν να μαρτυρήσει κάποιος για την ζωή, όταν ο ίδιος στηρίζει τη ζωή του σε φθαρτά μέσα, παραμένοντας εσωτερικά δέσμιος των κοσμικών εξαρτήσεων;

Η αναγέννηση διά του Πνεύματος ως πληρότητα ζωής

Ο Θεός σήμερα, διά της Φωνής Αυτού και του Πνεύματός του, καλεί τους ανθρώπους όχι σε μια εξωτερική μεταρρύθμιση αλλά σε εσωτερική μεταστοιχείωση. Ο στόχος δεν είναι να καταστούν οι πιστοί χαρισματούχοι επίδειξης, αλλά επιστήμονες του θελήματος του Θεού, να ενδυθούν την ταπείνωση του Χριστού και να αναζητήσουν την αρετή ως ουσιαστική επιστροφή στον παράδεισο της συνειδητής κοινωνίας με τον Θεό.

Ο νους, που σε αυτόν μπορεί ύπαρχει το ηγεμονικό πνεύμα του ανθρώπου, καλείται να εξέλθει από το σύστημα του κόσμου, να απαρνηθεί τις εωσφορικές τάσεις της εξουσίας, του εγωισμού, της φιλαυτίας, και να επανασυντονιστεί στη συχνότητα του Πνεύματος. Όταν ο άνθρωπος εισέλθει στο προσωπικό του αγιαστήριο, με την καρδίαν, και μελετήσει εν ταπεινώσει τη σοφία του Θεού, τότε ο εγκέφαλός του —ως βιολογικός φορέας πνευματικών ενεργειών— καθίσταται δέκτης και πομπός θείας ζωής.

Το καταπληκτικό είναι ότι το σώμα αρχίζει να νιώθει τους χυμούς της ζωής και το πνεύμα την γλυκύτητα της αγάπης του Θεού. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να επιδρά στην βιολογική κατάσταση του ανθρώπου προς το συμφέρον του. Δηλαδή η υγεία η χαρά η μεταστοιχείωση, όπως περιγράφεται, έχει όχι μόνο πνευματικό αλλά και υπαρξιακό και βιολογικό αντίκρισμα. Ο εγκέφαλος, ως όργανο της λογικής και της συνείδησης, όταν πληρούται από το Πνεύμα το Άγιον, λειτουργεί πλέον με τη σοφία του Θεού, οδηγώντας τον άνθρωπο σε μία άφθαρτη κατάσταση ύπαρξης, σε μία ζωή «εν τω φωτί» (Α΄ Ιωάν. 1,7).

Η σοφία του Θεού —«είναι ο πάρεδρος του Θεού» (Σοφ. Σολ. 8,3)— μάλιστα όταν καθίσταται μέσα μας γίνεται ο εσωτερικός νομοθέτης μας, ο οποίος πλέον σπουδάζει, όχι για λόγους επίδειξης, αλλά για να φανερωθεί η θεία ζωή μέσα μας. Ο λόγος του Χριστού μας φανερώνει ότι «το Πνεῦμά ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σάρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν» (Ιω. 6,63) έτσι ο άνθρωπος αποκτά νέα δυναμική: δηλαδή η ενυπόστατη παρουσία του Θεού μεταστοιχειώνει το θνητό σε άφθαρτο (Β΄ Κορ. 5,4). 4Διότι ὅσοι εἴμεθα ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι στενάζομεν ὑπὸ τὸ βάρος αὐτοῦ· ἐπειδή θέλομεν οὐχὶ νὰ ἐκδυθῶμεν, ἀλλὰ νὰ ἐπενδυθῶμεν, διὰ νὰ καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς.5Ἐκεῖνος δέ, ὅστις ἔπλασεν ἡμᾶς δι᾿ αὐτὸ τοῦτο, εἶναι ὁ Θεός, ὅστις καὶ ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος.

Η τελείωση της αναγέννησης.

Η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, έχει την αποστολή σήμερα να προσκαλέσει όχι απλώς σε μια γενική «πίστη» αλλά σε μια συγκεκριμένη πράξη αναγέννησης: στην αφιέρωση, και στη σπουδή της σοφίας του Θεού, στη μίμηση της ταπεινοφροσύνης του Χριστού. Μόνο τότε θα συντελεστεί το θαύμα της μεταστοιχείωσης: το πέρασμα από την πλάνη στη γνώση, από την ασυνείδητη θρησκευτικότητα στη θεοπτία.

Η Φωνή Θεού, δεν είναι απλώς θεολογικό φαινόμενο, αλλά πνευματική πραγματικότητα, η οποία συντονίζει τον άνθρωπο στην «συχνότητα» του Θεού, ώστε ο νους να γίνει κατοικητήριο σοφίας και η ύπαρξη όργανο δυνάμεως πίστεως.

Συμπέρασμα

Η εποχή μας δεν καλείται να αναπαράγει την παλαιά εξωτερική ευσέβεια αλλά να βιώσει την εσωτερική συνάντηση με τον Ζώντα Θεό. Η θεία λογική, η οποία προσφέρεται δωρεάν δια του Λόγου του, συντελεί την απόλυτη μεταμόρφωση του ανθρώπου. Όταν το «εγώ» συντριβεί και το «εμείς» κυριαρχήσει· όταν το ταμείο γίνει η ακαδημία του Αγίου και η καρδιά κατοικητήριο της ενυπόστατης αγάπης· τότε η μεταστοιχείωση δεν θα είναι ουτοπία, αλλά θεοκίνητη πραγματικότητα.

«Δικαιοσύνη γαρ αθάνατός ἐστιν» (Σοφ. Σολ. 1,15)
«Καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς»
(Β΄ Κορ. 5,4)

Η δαιμονική θρησκεία: Υποκατάστατο της Αγάπης.

Η ορθοδοξία δεν είναι μία θρησκεία αλλά είναι μία αποκάλυψη είναι μία καινούργια ζωή είναι ένας νέος τρόπος που μας μαθαίνει να γνωρίσουμε το θεό αν κάποιος λέει ότι είναι ορθόδοξος και δε διαβάζει τους πατέρες δε μελετά τα βιβλία των πατέρων δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι ζωή τι είναι εκκλησία τι είναι ορθοδοξία.

Ο άνθρωπος, ενώ εκλήθη από τον Θεό να ζήσει εν αγάπη, αληθεία και ταπεινώσει, κατήντησε να πλάθει "θρησκείες" ως υποκατάστατα του Θεού· κατασκευάσματα εγωιστικά, θνητά, πρόσκαιρα. Δεν είναι λίγες οι φορές που αυτό που ονομάζουμε «θρησκεία» γίνεται απλώς ένα σύστημα ηθικιστικό, εξωτερικό, φορτωμένο με τύπους, αλλά στερούμενο του Πνεύματος. Μια τέτοια θρησκεία δεν έχει Χριστό· και ό,τι δεν έχει Χριστό, είναι «αντίχριστον» (Α΄ Ιω. 2,22). Είναι «μορφή ευσεβείας, την δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β΄ Τιμ. 3,5).

Η αληθινή θρησκεία, κατά την καθολική μαρτυρία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, δεν είναι παρά η έκφραση της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος είναι σαφής: «Θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και Πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου» (Ιακ. 1,27). Η θρησκεία, επομένως, είναι η εν Χριστώ ζωή, η ταπείνωση, η αγάπη, η ελεημοσύνη, η πνευματική καθαρότητα.

Όπου απουσιάζει η αγάπη, η θρησκεία καθίσταται «δαιμονιώδης», διότι υποκρύπτει εγωιστικά συμφέροντα και φιλοδοξίες. Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς τονίζει πως «ο εγωισμός είναι η πιο ύπουλη αίρεση», διότι μετατρέπει την πίστη σε αυτοδικαίωση. Όπως οι Φαρισαίοι της εποχής του Κυρίου εξουσίαζαν τον λαό με θρησκευτικό νόμο χωρίς πνεύμα, έτσι και σήμερα η θρησκεία αποκομμένη από την ταπείνωση και τη μετάνοια γίνεται εμπόδιο στη σωτηρία.

Ο «κόσμος», δηλαδή το σύστημα της πτώσεως, μάχεται τον άνθρωπο με όπλο την ύλη. Η προσκόλληση στα υλικά αγαθά, όταν δεν είναι υποταγμένη στο θέλημα του Θεού, γίνεται αλυσίδα που δένει την ψυχή. Όπως λέγει παραστατικά η παράδοση: η ύλη είναι σαν φίδι που αρχικά σε περιβάλλει γλυκά, μα στο τέλος σε πνίγει. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει: «Δεν είναι κακό η ύλη, αλλά το να είσαι υπόδουλος σ’ αυτήν» (πγ 63, 530).

Η ύλη καθίσταται σωτηριώδης μόνο όταν υπηρετεί τον πνευματικό σκοπό. Όταν τα αγαθά χρησιμοποιούνται για να ενισχύουν τους αδελφούς, για το κοινό συμφέρον, τότε γίνονται εργαλεία της Θείας Πρόνοιας. Αλλιώς, μετατρέπονται σε ξυλοκέρατα της παραβολής, με τα οποία ο άσωτος υιός επιχειρεί να επιβιώσει μακριά από τον πατέρα Θεό (Λουκ. 15,16). Η ψευδαίσθηση της αυτάρκειας χωρίς Θεό είναι το θεμέλιο του κόσμου τούτου, ενός κόσμου χτισμένου πάνω στο ψεύδος, που έχει αποστατήσει από τον Ζώντα Θεό.

Καθήκον μας, κατά τον λόγο του Αποστόλου, Παύλου είναι να «μη συμμορφωνώμεθα τω αιώνι τούτω» (Ρωμ. 12,2), αλλά να αποστρεφόμαστε το ψεύδος και να ζούμε εν αληθεία. Όταν ο κόσμος αναγεννηθεί εν Χριστώ, όταν πάψει να πολεμά την αλήθεια και αρχίσει να την υπηρετεί, τότε ο κόσμος θα μεταβληθεί σε «κόσμημα», δηλαδή στολίδι του απείρου, ναός της δόξης του Θεού. Αμήν. Γένοιτο.

 

Εμείς οι Χριστιανοί έχουμε την ευθύνη του κόσμου.

Η παρουσία του Ιησού Χριστού στον κόσμο δεν υπήρξε απλώς μια πνευματική παρέμβαση ή μια ιστορική τομή· αποτέλεσε την αποκαλυπτική φανέρωση της εσχατολογικής αγάπης του Θεού προς την ανθρωπότητα. Η διδασκαλία Του, ο τρόπος ζωής του και η σταυρική Του θυσία, συνθέτουν την πεμπτουσία του χριστιανικού ήθους. Μέσα από αυτήν την αποκάλυψη, ο Χριστός ανέδειξε τον άνθρωπο σε συνεργό του Θείου σχεδίου, καλώντας τον να αναλάβει ευθύνη για τον κόσμο· όχι με έννοια κοσμική εξουσίας, αλλά με όρους διακονίας, ταπείνωσης και έμπρακτης αγάπης.

Ο Χριστός προσέλαβε όλη την ανθρώπινη φύση, για να θεραπεύσει, να λυτρώσει και να θεώσει τον άνθρωπο. Όπως αναφέρει ο Άγιος Αθανάσιος: «Αὐτὸς γὰρ ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν» (Περὶ ἐνανθρωπήσεως, 54). Η ενανθρώπιση είναι η θεμέλια πράξη ευθύνης του Θεού για τον κόσμο, κι εμείς, μέλη του Σώματος του Χριστού, καλούμαστε να συνεχίσουμε το έργο Του.

Η Εκκλησία, ως το «πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Εφ. 1:23), έχει ως αποστολή την σωτηρία του κόσμου. Αυτή η αποστολή δεν εξαντλείται μόνο σε λειτουργικές πράξεις μόνο, αλλά απαιτεί τη βίωση της πίστης μέσα στον κόσμο, την ενεργητική παρουσία του χριστιανού ως φορέα της ειρήνης και της δικαιοσύνης.

2. Το ευαγγέλιο του Χριστού μας  παγκόσμιο κίνητρο  ζωής υγείας και χαράς.

Ο Χριστός δεν ήλθε για να επιβάλει, αλλά για να ελκύσει: «καὶ ἐγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἐλκύσω πρὸς ἐμαυτόν» (Ιω. 12:32). Το Ευαγγέλιο του, παρά την ταπεινή του μορφή, έχει μια διαχρονική απήχηση σε όλη την ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει άλλος ηθικός λόγος στην ιστορία που να έχει επιφέρει τέτοιο παγκόσμιο σεβασμό, όπως η διδασκαλία του Χριστού.

Όπως σημειώνει ο Άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς: «Ο Χριστός δεν είναι μία από τις αλήθειες, αλλά η Αλήθεια· δεν είναι μία από τις ζωές, αλλά η ζωή· όχι ένας από τους σωτήρες, αλλά ο μόνος Σωτήρ» (Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, σ. 105). Αυτή η καθολικότητα της αποδοχής του Χριστού θεμελιώνει και την ευθύνη μας ως χριστιανών απέναντι στον κόσμο.

 

3. Η ευθύνη του ελληνικού λαού στην παγκόσμια αποστολή

Η ελληνική γλώσσα ως φορέας του Ευαγγελίου δεν είναι απλώς πολιτιστικό στοιχείο· είναι δομικό μέσο θείας αποκάλυψης. Ο Θεός λόγος δεν εγράφη σε ουρανούς ή πέτρες, αλλά στα ελληνικά. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει: «ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα, ὅπλον Θεοῦ» (πγ 59, 25). Το γεγονός ότι η Καινή Διαθήκη εγράφη στα ελληνικά αποδίδει μια ιδιαίτερη ευθύνη στον ελληνικό λαό, όχι ως ανωτερότητα, αλλά ως κλήση προς διακονία του Λόγου. Η Ορθοδοξία, μέσα από τον ελληνικό Πατερικό Λόγο, διατήρησε τη γνησιότητα του Ευαγγελικού μηνύματος, χωρίς συμβιβασμούς με την κοσμική δύναμη. Αυτή η παράδοση μάς καλεί να ζούμε ως φῶς τοῦ κόσμου (Ματθ. 5:14), όχι ως ιδεολογική ηγεμονία, αλλά ως προσωπική ευθύνη απέναντι στην αλήθεια. Ο άνθρωπος του Θεού καλείται να γίνει «συνεργὸς τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. 3:9), και να αποδείξει με τη ζωή του ότι ο Λόγος του Θεού δεν είναι θεωρία αλλά δύναμη μεταμορφωτική. Ο Άγιος Πορφύριος τονίζει: «Να γίνεις άγιος όχι επειδή το επιδιώκεις, αλλά επειδή αγαπάς». Η ευθύνη για τον κόσμο δεν είναι μια εξωτερική ανάθεση, αλλά καρπός της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον.

Η σοφία του Θεού αλλάζει τη βιολογική ζωή σε πνευματική· η αγάπη μετατρέπει την ύπαρξη σε Θέωση του ανθρώπου.  Όπως ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γράφει: «Ὁ Θεὸς γίνεται ἀνθρώπινος διὰ τῆς ἀγάπης, καὶ ὁ ἄνθρωπος θεοειδής διὰ τῆς ἀγάπης» (400 Κεφάλαια περί ἀγάπης, 4.76).

 

Συμπέρασμα

Η ευθύνη των χριστιανών για τον κόσμο δεν είναι ούτε εξωτερική αποστολή ούτε ιδεολογική προπαγάνδα· είναι η φυσική προέκταση της Θείας Κοινωνίας. Αν εμείς οι χριστιανοί ζήσουμε την αγάπη του Χριστού με αλήθεια και συνέπεια, ο κόσμος θα αναγεννηθεί· όχι με θόρυβο, αλλά με τη σιωπηλή δύναμη της αγιοπνευματικής παρουσίας. Όπως λέγει ο Αγιος Σεραφείμ του Σάρωφ: «Απόκτησε την ειρήνη στην καρδιά σου και χιλιάδες γύρω σου θα σωθούν».

Κάποτε κάποιος με ρώτησε: «Έχεις πολύ ελεύθερο χρόνο και ασχολείσαι τόσο πολύ με τα πνευματικά;» Κι εγώ του απήντησα: Όταν αγαπάς κάτι, ολόκληρο το εικοσιτετράωρο μεταμορφώνεται σε ευκαιρία – σε χρόνον ιερόν, αφιερωμένον εις εκείνο που αγαπάς. Ο άνθρωπος του Θεού δεν ζει σε διαλείμματα από τον Θεό, αλλά κινείται εν συνεχεία μέσα του. Δεν έχει ελεύθερο χρόνο. Έχει αφιερωμένο χρόνο – ολόκληρη τη ζωή του. Όταν όμως η αγάπη προς τον Θεό είναι μικρή ή ανώριμη, τότε γεννάται η ψευδαίσθηση της έλλειψης χρόνου.

Και ο άνθρωπος καλύπτει την πνευματική του αμέλεια με ένα πλήθος δικαιολογιών, τις οποίες με τον καιρό πιστεύει και εφησυχάζει.

 

Έτσι, αντί της αναβάσεως, μένει αδρανής και στατικός, χάνοντας την κλήση του προς την αγιότητα. Η ταπεινή μου συμβουλή είναι τούτη: Ας εντρυφούμε καθημερινά εις τον Λόγον του Θεού, διότι ο Λόγος έχει ζωή, δύναμη, και χάρη. Ας προσηλώνουμε την προσοχή μας εις την Φωνή του Θεού, εκεί όπου κατοικεί σοφία, αλήθεια και αγιασμός. Αν το πράξουμε, θα δούμε την ζωή  μας να αλλάζει χωρίς θόρυβο, χωρίς θριαμβολογίες. Η πνευματική μεταμόρφωση έρχεται σιωπηλά, όπως η αυγή εισέρχεται στο σκοτάδι χωρίς να την καταλάβει κανείς. Και τότε, θα γευθούμε μία χαρά ανέκφραστη – την χαρά της υιοθεσίας, της υιοθεσίας του Θεού. Θα γίνουμε κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού, με κληρονομιά άφθαρτη, αιώνια και άπειρη. Μια κληρονομιά που θα μας συνοδεύει όχι μόνο εις την μέλλουσα ζωή, αλλά θα ζει και θα αναπνέει εντός μας ήδη από αυτήν την παρούσα ζωή. Γένοιτο. Γένοιτο. Αμήν.

 

Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραι

 

Εἰ ἐπιμείνῃς εἰς τὴν χρηστότητα

Η διάκριση μεταξύ της χρηστότητος και της αυστηρότητος του Θεού ως καρπός της ταπεινώσεως και της υπερηφανείας

Η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό δεν είναι ουδέτερη, μηχανιστική ή στατική. Καθορίζεται πάντοτε από τη στάση της καρδιάς του ανθρώπου και την ελεύθερη βούλησή του έναντι της Θείας Χάριτος. Ο Θεός, κατά τον απόστολο Παύλο, είναι ταυτοχρόνως «χρηστός» και «ἀποτομίαν ἔχων» (Ρωμ. 11,22), αποκαλύπτοντας έτσι δύο διαστάσεις της αγάπης του: τη γλυκύτητα της ευεργετικής παρουσίας του για τους ταπεινούς και την αυστηρότητα της παιδαγωγικής Του σιωπής για τους υπερηφάνους.

 

1. Η ταπεινοφροσύνη ως όρος της θείας ευδοκίας

Ο ταπεινόφρων άνθρωπος είναι ο καρπός της εν Χριστῷ μετανοίας. Η ταπείνωση δεν είναι απλώς ψυχική ή ηθική διάθεση· είναι υπαρξιακή στάση ενώπιον του Θεού, αναγνώριση της προσωπικής μηδαμινότητος και αποδοχή της χάριτος ως μόνης σωτηρίας. Ο ίδιος ο Κύριος, μιλώντας δια του Ιακώβου, δηλώνει ρητώς: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ἰακ. 4,6· πρβλ. Παρ. 3,34· Α΄ Πέτρ. 5,5).

Ο ταπεινόφρων, επομένως, ζει μέσα στην χρηστότητα του Θεού, δηλαδή στην ενεργή, πραεία και ωφέλιμη παρουσία του. Η ειρήνη της καρδίας, η χαρά της αγαθής συνειδήσεως, η δυνατότητα πνευματικής ενόρασης και διάκρισης και η νίκη επί των πειρασμών αποτελούν ασφαλείς ενδείξεις ότι ο άνθρωπος ζει εν τη χρηστότητι του Θεού.

 

2. Η υψηλοφροσύνη ως αντίθεσις εις την Χάριν

Αντιθέτως, ο υψηλόφρων άνθρωπος εσωκλείει τον εαυτό του σε μια ύπαρξη αυτάρκειας, αρνούμενος τη σωτηριώδη συνεργασία με τον Θεό. Ο υπερήφανος δεν λαμβάνει απλώς λιγότερη Χάρη – αντιτάσσεται στη βουλή του Θεού, καθίσταται θεομάχος: «Ἐτάραξας πάντα τὰ ἀνεπιτήδευτα τοῦ ὑπερηφάνου» (Ψαλμ. 118, 21). Η υψηλοφροσύνη οδηγεί σε πνευματική ακαρπία· ματαιώνει τη δύναμη της πίστεως, αποξενώνει από την ενέργεια των αρετών, γεννά σύγχυση, θλίψη, πνευματική στεγνότητα και εσωτερική διάσπαση. Ο άνθρωπος νιώθει ότι ο Θεός δεν ακούει την προσευχή του, δεν δύναται να αισθανθεί τη χαρά της σωτηρίας, διότι –όπως σημειώνει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος– «Ὁ Θεὸς ἔδωκεν τὴν ἀναπαυτικήν Χάριν μόνον εἰς ταπεινήν καρδίαν» (Λόγος ΜΒ΄).

 

3. Εσωτερικά σημεία διάκρισης: πότε βρισκόμαστε στη χρηστότητα, πότε στην αυστηρότητα

Ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει εάν ζει υπό την αγαθήν Πρόνοια του Θεού ή υπό την παιδαγωγικήν του απομάκρυνση. Η καλή συνείδηση, η ειρήνη στην καρδιά, η ταπεινή χαρά και η προσευχή με πίστι είναι σημεία ότι ο Θεός είναι παρών με την αγαθή του ενέργεια. Ο Θεός ενεργεί ως Πατέρας: «ἐν παιδείᾳ Κυρίου» (Ἑβρ. 12,6), αλλά και «ἐν εὐσπλαγχνίαις οἰκτιρμῶν» (Λουκ. 1,78).

Αντιθέτως, η εσωτερική αναστάτωση, η απουσία χαράς, η διάχυτη αγωνία, η εγωιστική εμμονή στην άποψη του εαυτού μας και η πνευματική ατροφία είναι σημάδια ότι ο Θεός παραχώρησε την αυστηρότητά Του, όχι από εκδικητικότητα αλλά από αγάπη, προκειμένου να συνετισθούμε: «Ἐγὼ ὅσους ἀγαπῶ, ἐλέγχω καὶ παιδεύω· ζήλου οὖν καὶ μετανόησον» (Ἀποκ. 3,19).

 

4. Η πνευματική επιστροφή: από την αυστηρότητα στη χρηστότητα

Η επιστροφή του ανθρώπου στη χρηστότητα του Θεού είναι δυνατή μέσα από την ειλικρινή μετάνοια και την ταπείνωση. Δεν χρειάζεται καμία υπερφυσική ικανότητα· αρκεί η εσωτερική κένωση και η ειλικρινής προσευχή: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13). Η υπερηφάνεια είναι πνευματική σχιζοφρένεια – διασπά τον άνθρωπο από την αληθινή του ταυτότητα, η οποία μόνο εν Χριστῷ θεραπεύεται.

Όπως χαρακτηριστικά λέγει ο άγιος Πορφύριος: «Ο υπερήφανος ταλαιπωρείται χωρίς λόγο· ο ταπεινός βλέπει τα πάντα όμορφα». Η επιστροφή στη χρηστότητα του Θεού είναι το επιστέγασμα της πνευματικής ωριμότητας, της προσωπικής θυσίας του εγώ και της απόλυτης εμπιστοσύνης στο θέλημα του Θεού.

 

Συμπέρασμα

Ο Χριστιανός καλείται διαρκώς να επιμένει εις την χρηστότητα του Θεού, όχι διότι αυτή του ανήκει εξ υποστατικής φύσεως, αλλά διότι ο Θεός του την προσφέρει δωρεάν, «χάριτι καὶ ἀληθείᾳ». Η επιλογή να μείνουμε στη χρηστότητα, και όχι να εκτραπούμε στην αυστηρότητα, είναι δώρον και ευθύνη. Ο ταπεινός θα βιώσει την ειρήνη, τη χαρά, τη δύναμη της πίστεως· ο υψηλόφρων θα νιώσει την πικρία της απομακρύνσεως. Εν τέλει, η χρηστότης του Θεού είναι το μόνο ουσιώδες κτήμα του χριστιανού· όλα τα άλλα μπορούν να λείψουν. Όπως λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Ὁ ἔχων τὸν Χριστὸν, πάντα ἔχει».

Νεότερη Παλαιότερη