3 Η αλήθεια είναι σχετική;

 

 



Η αλήθεια είναι σχετική; Η σχετικότητα της αλήθειας και η αποκάλυψή της στον Χριστό

Εισαγωγή

Η αλήθεια απετέλεσε διαχρονικά αντικείμενο αναζήτησης, φιλοσοφικού στοχασμού και θεολογικής προσέγγισης. Στο σύγχρονο μετανεωτερικό πλαίσιο, συχνά γίνεται λόγος για τη «σχετικότητα της αλήθειας», καθώς ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται και βιώνει την αλήθεια μέσα από το πρίσμα της προσωπικής του ιστορίας, της παιδείας του και του πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύχθηκε. Ωστόσο, στο πρόσωπο του Χριστού αποκαλύπτεται η απόλυτη, σωτηριολογική αλήθεια, η οποία υπερβαίνει την ανθρώπινη υποκειμενικότητα χωρίς να την καταργεί, αλλά την μεταμορφώνει.


1. Η σχετικότητα της αλήθειας ως ανθρωπολογικό φαινόμενο

Η σχετικότητα της αλήθειας προκύπτει από την υπαρξιακή θέση του ανθρώπου εν τω κόσμω. Ο άνθρωπος δεν είναι παντογνώστης∙ βλέπει «δι' εσόπτρου ἐν αἰνίγματι» (Α΄ Κορ. 13:12). Η προσωπική του αλήθεια είναι συχνά προϊόν εμπειρίας, αγώνα, σφαλμάτων και μερικής γνώσεως. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ερμηνεύοντας την ανθρώπινη αδυναμία να κατανοήσει το πλήρωμα της θείας αληθείας, σημειώνει: «Οὐδεὶς Θεὸν ἐπ᾽ ἀκριβείας ἔγνω» (Λόγος 28, 17), επισημαίνοντας ότι η γνώση της αληθείας είναι πάντα μερική και εξαρτάται από τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.

Αυτή η σχετικότητα δεν είναι αμαρτωλή, αλλά φυσική, στο μέτρο που ο άνθρωπος αναζητά την αλήθεια με ταπεινοφροσύνη και όχι με αλαζονεία. Αντιθέτως, καθίσταται πλάνη όταν η σχετική αλήθεια του ατόμου προβάλλεται ως απόλυτη και αναντίρρητη.

Η θεολογία της Καινής Διαθήκης δεν ορίζει την αλήθεια ως αφηρημένη έννοια, αλλά ως Πρόσωπο: «Ἐγώ εἰμι... ἡ ἀλήθεια» (Ιω. 14:6). Ο Χριστός δεν είναι απλώς φορέας της αλήθειας, αλλά η ενσαρκωμένη Αλήθεια του Θεού στον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι η αλήθεια δεν είναι απλώς πληροφορία ή θεωρία, αλλά τρόπος ύπαρξης και σχέσης με τον Θεό και τον άνθρωπο.

Ο Χριστός δεν επιβάλλει μια αλήθεια εξωτερική προς τον άνθρωπο, αλλά αποκαλύπτει στον καθένα την αληθινή του ταυτότητα και προορισμό. Γι’ αυτό ο Λόγος του Θεού «διερευνᾷ νεφροὺς καὶ καρδίας» (Ψαλμ. 7:10), δεν αρκείται στις εξωτερικές πράξεις, αλλά ζητά την καρδιακή ένωση με την αλήθεια του Θεού.

Η πλήρης αλήθεια δεν είναι καρπός ανθρώπινης φιλοπονίας, αλλά δωρεά του Αγίου Πνεύματος: «Ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ιω. 16:13). Η Εκκλησία, ως κοινότητα του Αγίου Πνεύματος, είναι ο τόπος όπου η αλήθεια δεν γίνεται ιδεολογία ή φανατισμός, αλλά σχέση, αγάπη και ζωή.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τονίζει ότι ο άνθρωπος ενώνεται με την αλήθεια μόνο όταν αγαπά με αυταπάρνηση: «Ὅτε δὲ καὶ τὴν ἀλήθειαν ἐργάζεται, οὐκ ἐξ ἀνάγκης, ἀλλ᾽ ἐκ ἀγάπης» (Κεφάλαια περί αγάπης, Α', 48). Η αλήθεια λοιπόν δεν είναι δογματισμός χωρίς έλεος, αλλά καρπός του Πνεύματος: «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη... ἀλήθεια» (Γαλ. 5:22).

Η ημιμάθεια, οι προκαταλήψεις, τα στερεότυπα, ο θρησκευτικός φανατισμός και ο εγωισμός μπορούν να παρουσιαστούν ως «αλήθειες», οδηγώντας όμως τον άνθρωπο στην πλάνη. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος προειδοποιεί: «Πολλοί νομίζουν πως γνωρίζουν την αλήθεια, αλλά γνωρίζουν μόνον τα γράμματα και αγνοούν το πνεύμα» (Λόγος ΝΕ').

Η υποκρισία, η προσκόλληση στο γράμμα του νόμου χωρίς το πνεύμα της αγάπης, είναι η μεγαλύτερη απάτη της αλήθειας. Ο Χριστός καυτηριάζει αυτή τη στάση λέγοντας: «οὐαὶ ὑμῖν γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί...» (Ματθ. 23:27).

Αλήθεια δεν είναι μόνο ό,τι λέγεται ορθά, αλλά ό,τι οικοδομεί τον άνθρωπο, ενώνει και ζωοποιεί. Η αλήθεια του Χριστού δεν είναι απλώς σωτηριολογική θεωρία, αλλά πρακτική εν Χριστώ ζωή: ειρήνη, αγάπη, δικαιοσύνη, κοινωνία, ελευθερία από το ψεύδος, την αμαρτία και τον θάνατο. Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ» (Εφ. 4:15), καλούμαστε να ζούμε την αλήθεια μέσα στην αγάπη, ως τρόπο ύπαρξης.

 

Συμπέρασμα

Η αλήθεια είναι σχετική στον άνθρωπο, απόλυτη στον Θεό. Ο Χριστός δεν έρχεται να καταργήσει τη σχετικότητα της ανθρώπινης εμπειρίας, αλλά να την πληρώσει, να τη μεταμορφώσει εντός του πλαισίου της Θείας Οικονομίας. Η ανθρώπινη εμπειρία —συχνά κατακερματισμένη και περιορισμένη από τις αισθήσεις, τα πάθη και τα πολιτισμικά φίλτρα— δεν είναι σε θέση από μόνη της να προσλάβει την πληρότητα της αληθείας. Ωστόσο, εν Χριστώ, αυτή η περιορισμένη εμπειρία δύναται να μεταστοιχειωθεί σε τόπο αποκαλύψεως, σε σημείο θεογνωσίας. Όπως σημειώνει και ο Μέγας Βασίλειος: «Ἐπεὶ δὲ ἡμῖν ἡ ἀλήθεια ἐν εἰκόνι, τῷ Θεῷ δὲ ἐν οὐσίᾳ» (Εἰς τὸν Προφήτην Ἠσαΐαν), η γνώση της αλήθειας στον άνθρωπο προσλαμβάνεται κατά τρόπο εικονικό, ενώ στον Θεό η αλήθεια είναι η ίδια Του η ουσία.

Η Αλήθεια του Χριστού δεν επιβάλλεται, δεν δογματίζεται με ανθρώπινα μέτρα. αντιθέτως, προσφέρεται ως δωρεά, ως κάλεσμα προς ελευθερία: «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. 8,32). Ο Λόγος του Θεού δεν λειτουργεί καταναγκαστικά· δεν εξαναγκάζει, αλλά φωτίζει. Δεν έρχεται να συνθλίψει την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά να την αποκαταστήσει στην όντως φύση της. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής υπογραμμίζει ότι «ο Θεός δεν σώζει τον άνθρωπο χωρίς τη συνέργεια της θελήσεώς του»· συνεπώς, και η αλήθεια του προσλαμβάνεται εντός του χώρου της ελευθερίας και της προσωπικής αποδοχής.

Σε αντίθεση με τις ιδεολογικές αλήθειες του κόσμου, που συχνά επιβάλλονται με εξουσιαστικό ή φανατικό τρόπο, η αλήθεια του Χριστού είναι σταυρική. Φανερώνεται όχι στη δύναμη, αλλά στην ταπείνωση· όχι στην επιβολή, αλλά στην αγάπη. Η σταυρική αγάπη του Χριστού αποτελεί την εσχατολογική μορφή της αλήθειας του, αφού σε αυτήν συναιρείται το πλήρωμα της θείας αποκαλύψεως.

Η αλήθεια, επομένως, δεν είναι έννοια, αλλά Πρόσωπο. Ο Χριστός δεν είπε «θα σας πω την αλήθεια», αλλά «ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Η θεολογία της Εκκλησίας διακηρύσσει ότι η Αλήθεια δεν κατανοείται με φιλοσοφικές κατηγορίες, αλλά γνωρίζεται προσωπικά, εν κοινωνία με τον Χριστό. Όποιος ζει εν Χριστώ, ζει την αλήθεια· όποιος αγαπά αληθινά, με την αγάπη του Θεού, ζει εν τῇ ἀληθείᾳ.

Η Εκκλησία δεν καλείται να διαχειρίζεται τη θεία Αλήθεια ως εξουσιαστικό δόγμα, αλλά να την μαρτυρεί δια της ζωής της. Η αγάπη, η συγχώρεση, η ελεημοσύνη, η ταπείνωση είναι οδοί φανέρωσης της Αλήθειας στον κόσμο. Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς τονίζει πως η Εκκλησία είναι «ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας», και συνεπώς η μαρτυρία της δεν μπορεί να είναι άλλη από τη σταυρική και αναστάσιμη αλήθεια του Κυρίου.

Ο εγωισμός είναι μια από τις πιο λεπτές αλλά και ριζικές πνευματικές ασθένειες του ανθρώπου. Στη θεολογική παράδοση της Εκκλησίας, ο εγωισμός δεν είναι απλώς ένα ηθικό αμάρτημα, αλλά η θεμελιώδης αποστασία από τον Θεό. Είναι η εσωτερική στάση του ανθρώπου που επιλέγει την αυτονόμηση από τη θεία Χάρη, που κλείνεται στον εαυτό του και αρνείται τη σχέση με τον Δημιουργό και τον συνάνθρωπο.

Όλα λοιπόν αποδεικνύουν ότι η αλήθεια για τον κάθε άνθρωπο είναι διαφορετική και σχετική ακόμα και όταν κάποιος υπηρετεί το λάθος συνειδητά διότι πιστεύει ότι είναι το σωστό θα έχει τον ίδιο μισθό με τον άγιο. Ο Άγιος Διονύσιος ο αεροπαγίτης μας λέει, ό της χειριστης ζωής εφιεμενος ως άριστην αυτοδοκουσης μετέχει του αγαθού. Αυτός δηλαδή που κάνει την χειρότερη ζωή επειδή θεωρεί ότι είναι η καλύτερη κι αυτός μετέχει το αγαθό οπότε ας μην κρίνουμε κάτ οψη όπως λέει ο Κύριος αλλά την δίκαια κρίση με την οποίαν ο θεός θέλει κρίνει τον κόσμο αυτός γνωρίζει μόνο την δίκαια κρίση.

Ακόμα ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς τονίζει πως ο εγωισμός είναι η πιο  ύπουλη  αίρεση διότι μετατρέπει την πίστη σε αυτοδικαίωση.


Πατερική Θεώρηση

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει πως η φιλαυτία είναι η αρχή όλων των παθών, και η φιλαυτία είναι η ρίζα του εγωισμού: η ανόητη αγάπη του εαυτού έξω από τη Χάρη του Θεού. Ο εγωιστής άνθρωπος δεν θέλει να υπηρετεί, αλλά να κυριαρχεί· δεν ταπεινώνεται, αλλά υψώνεται· δεν κοινωνεί, αλλά αυτονομείται.

Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει:

«Εκείνος που αγαπά τον εαυτό του, δεν μπορεί να αγαπήσει τον Θεό.»

Αυτό σημαίνει ότι ο εγωισμός είναι αντίθετος της αγάπης, διότι η αληθινή αγάπη "οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς" (Α΄ Κορ. 13:5), ενώ ο εγωισμός ζητεί πάντα τα δικά του.

Χριστολογική Προοπτική

Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να αποκαλύψει την ταπείνωση ως τρόπο ύπαρξης του Θεού. «Ἐκένωσεν ἑαυτόν» (Φιλ. 2:7) — αυτό είναι το αντίθετο του εγωισμού. Η σωτηρία έρχεται διά της ταπεινής προσφοράς, όχι της αυτάρκειας. Επομένως, ο εγωιστής ούτε μπορεί να συναντήσει τον Χριστό, ούτε να κατανοήσει το μυστήριο της ζωής εν Αγίω Πνεύματι, γιατί ζει για τον εαυτό του, όχι για τον Θεό και τον πλησίον.

Θεραπεία

Η θεραπεία του εγωισμού απαιτεί:

            Μετάνοια και συνεχή αυτογνωσία

            Προσευχή με ταπείνωση, όχι επίδειξη

            Υπακοή και μαθητεία στην Εκκλησία και στους αγίους

            Αγάπη χωρίς ανταπόδοση, όπως ο Χριστός αγάπησε

Ο εγωισμός πεθαίνει όταν ο άνθρωπος δώσει τον εαυτό του ως θυσία ζώσα στον Θεό και γίνει δοχείο της Χάρης Του.

Ο Θεός των πάντων και η κλήση της προσωπικής αναγέννησης.

Ο Θεός, ως Δημιουργός του ορατού και αοράτου κόσμου (Κολ. 1,16), δεν είναι απλώς ο Δημιουργός του σύμπαντος, αλλά και ο Πατέρας του καθενός προσωπικά. Ο «Παντοκράτωρ» (Απ. 1,8) που δημιούργησε «τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ» (Πρξ. 17,24), δεν ενεργεί απρόσωπα· αλλά με απόλυτη διάκριση και πρόνοια, απευθύνεται στην ανεπανάληπτη προσωπικότητα κάθε ανθρώπου, αναζητώντας τη σωτηρία του. Η θεία Του φωνή εισέρχεται «ζῶσα καὶ ἐνεργὴ καὶ τομωτέρα ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον» (Εβρ. 4,12), διαπερνώντας την ανθρώπινη ύπαρξη, προκαλώντας κρίση και φανερώνοντας την ανάγκη για εσωτερική μεταμόρφωση.

Αυτή η κρίση δεν είναι καταδίκη· είναι πρόσκληση για μετάνοια. Η αναγέννηση του ανθρώπου πραγματοποιείται όχι ως εξωτερική ηθική διόρθωση, αλλά ως εσωτερική αλλαγή της νοοτροπίας, «μεταμόρφωσις τῷ ἀνακαινοῦσθαι τὸν νοῦν» (Ρωμ. 12,2). Ο άνθρωπος καλείται να αποκτήσει τον νου του Χριστού (Φιλ. 2,5), τον νου της ταπείνωσης, της υπακοής και της αγάπης, ώστε να καθίσταται «σύμμορφος τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ» (Ρωμ. 8,29) και να υιοθετείται εν Πνεύματι ως τέκνο Θεού (Γαλ. 4,6-7).

Ο κόσμος που δημιούργησε ο Θεός δεν είναι αυθύπαρκτος ούτε αυτάρκης· αποτελεί χώρο φανέρωσης και κοινωνίας με τον Δημιουργό.

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τονίζει ότι «ὁ κόσμος εἰκὼν ἐστὶ τοῦ Θεοῦ» και ότι η κτίση προσφέρει τα «λογικά σπέρματα» που οδηγούν τον άνθρωπο στον Λόγο. Η δημιουργία, στην πληρότητά της, δεν είναι απλώς σκηνικό· είναι λειτουργικός ναός που παραπέμπει στην αλήθεια και την παρουσία του Τριαδικού Θεού (πρ. Ψαλμ. 18,2· Ρωμ. 1,20).

Παρ’ όλα αυτά, η σύγχρονη ανθρωπότητα, παρασυρμένη από μια ελαφρότητα στοχασμού και μια πνευματική αφασία, απορρίπτει αυτόν τον κόσμο ως άσχετο προς τον Θεό, επιδιώκοντας κατασκευασμένα νοητικά σύμπαντα και εναλλακτικές πνευματικότητες. Η τραγική ειρωνεία έγκειται στο ότι, ενώ ο άνθρωπος υποστηρίζει πως επιθυμεί έναν άλλον κόσμο, εντούτοις δεν επιθυμεί την οδό της μετάβασης σε αυτόν.

Ο θάνατος, που αποτελεί το αναπόφευκτο πέρασμα στην αιωνιότητα, προκαλεί τρόμο ακόμη και στους πνευματικούς ανθρώπους. Η σπουδή με την οποία όλοι καταφεύγουν στην ιατρική περίθαλψη αποκαλύπτει όχι απλώς το ένστικτο της επιβίωσης, αλλά τη βαθύτερη έλλειψη θεολογικής συνείδησης του τι εἶναι ζωή και τι εἶναι θάνατος.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει: «Οὐχ ὁ θάνατος φοβερός, ἀλλ’ ἡ ἁμαρτία»· και η απουσία αυτής της διάκρισης είναι εκείνη που καθιστά τον σύγχρονο άνθρωπο δέσμιο του φόβου και ανίκανο να ποθήσει τον Θεό.

Αντιθέτως, οι Άγιοι, βλέποντας τον θάνατο ως «διάβασιν ἐκ θανάτου εἰς ζωήν» (Ιω. 5,24), επιθυμούν να τελειωθούν εν Κυρίῳ, όχι για να ξεφύγουν από τον κόσμο, αλλά για να εισέλθουν στη Βασιλεία όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου το οποίο έρχεται με την ανάσταση όλον τον Κύριο.

Επομένως, το θεμελιώδες ερώτημα δεν είναι γιατί υπάρχει ο κόσμος ή γιατί πεθαίνουμε· αλλά πώς ζούμε, σε ποια σχέση βρισκόμαστε με τον Δημιουργό και αν ο νους μας λειτουργεί εν Χριστῷ ή εν εαυτῷ. Ο κόσμος είναι μια πρόσκληση· η κτίση ένας ναός· η ζωή μία διαρκής κλήση προς μετοχή· και η φωνή του Θεού μάς απευθύνεται όχι γενικά, αλλά προσωπικά: «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» (Γεν. 3,9). Η απάντηση του καθενός είναι το θεμέλιο της αιώνιάς του ύπαρξης.

 

Ποιες Ενέργειες Οδηγούν στον Θάνατο και Ποιες στη Ζωή.

Η πνευματική πορεία του ανθρώπου διαγράφεται πάντοτε μεταξύ δύο οδών: της ζωής και του θανάτου. Αυτή η διχοτόμηση δεν αφορά μόνο το βιολογικό πεδίο, αλλά κυρίως το υπαρξιακό και σωτηριολογικό. Όπως τονίζει ο Μωυσής: «ἰδοὺ δέδωκα ἐνώπιόν σου σήμερον τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον, τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν κατάραν· ἐκλέξαι οὖν τὴν ζωὴν, ἵνα ζῇς σὺ καὶ τὸ σπέρμα σου» (Δευτ. 30,19). Ο λόγος του Θεού δεν επιβάλλεται, αλλά καλεί σε υπεύθυνη επιλογή. Εν προκειμένω, ο άνθρωπος καλείται να επιλέξει καθημερινά πράξεις, στάσεις και νοοτροπίες που θα τον οδηγήσουν είτε προς τη ζωή, δηλαδή την κοινωνία με τον Θεό, είτε προς τον θάνατο, δηλαδή την αποξένωση από τη θεία χάρη.

Α. Οι ενέργειες που οδηγούν στον θάνατο

1.        Η εσωτερίκευση της πεποίθησης ότι «θα πεθάνω»
Η απόλυτη βεβαιότητα του θανάτου
, όταν βιώνεται με τρόπο παθητικό και μη εσχατολογικό, δημιουργεί παραίτηση, φόβο και εσωτερική νέκρωση. Αντίθετα, η χριστιανική προσέγγιση βλέπει τον θάνατο ως πέρασμα προς τη ζωή, όταν αυτός βιώνεται εν Χριστώ.

2.        Η λαιμαργία και η υπερκατανάλωση
Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος τονίζει ότι «ἡ γαστριμαργία γεννᾷ πᾶσαν ἀκαθαρσίαν»· το πάθος αυτό συνδέεται με την πνευματική ακηδία
, τη σωματική φθορά και την απονέκρωση των αισθητηρίων για το θείο.

3.        Οι ανεξέλεγκτοι θυμοί
Ο θυμός αποδομεί την ειρήνη της καρδίας
. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει: «Ὁ θυμώδης μοναχὸς εἶναι λύκος περὶ τὸν ἄμωμον ἀμνόν». Η εσωτερική ταραχή σκοτώνει τον νου και καθιστά την προσευχή αδύνατη.

4.        Ο εγωισμός και η δαιμονική αυτάρκεια
Ο εγωισμός δεν είναι απλώς ένα ηθικό ελάττωμα
, αλλά μια κοσμοθεωρία που εκδιώκει τη χάρη του Θεού από την ύπαρξη. Ο Μέγας Βασίλειος τον χαρακτηρίζει «ρίζαν πάντων τῶν κακῶν».

5.        Η προσκόλληση στα συμφέροντα και στις επιθυμίες
Ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος επισημαίνει
: «ἡ ἐπιθυμία συλλαβοῦσα τίκτει ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία ἀποτελεσθεῖσα ἀποκύει θάνατον» (Ιακ. 1,15). Η επιθυμία χωρίς μέτρο και χωρίς αναφορά στον Θεό μετατρέπεται σε θανάσιμη παγίδα.

6.        Η απληστία και η φιλαργυρία
Ο απόστολος Παύλος είναι σαφής
: «ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστὶν ἡ φιλαργυρία» (Α΄ Τιμ. 6,10). Η απληστία δεν αφήνει περιθώριο εμπιστοσύνης στην πρόνοια του Θεού.

7.        Η κατάκριση και η καταλαλιά
Ο Χριστός προειδοποιεί
: «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε» (Ματθ. 7,1). Ο κατακρίνων αδελφός γίνεται δικαστής του πλησίον, και εκπίπτει από το έλεος.

8.        Η αντιπαλότητα και οι συνεχείς συγκρούσεις
Όπου κυριαρχεί η αντιπαλότητα
, εκλείπει η κοινωνία. Η Εκκλησία είναι κοινότης προσώπων, όχι πεδίο συγκρούσεων και ιδιοτελειών.

9.        Η οκνηρία, σωματική και πνευματική
Η αργία είναι μητέρα κάθε κακίας
, έλεγαν οι Πατέρες. Χωρίς πνευματική εγρήγορση, ο άνθρωπος γίνεται εύκολη λεία στους πειρασμούς.

10.  Η στέρηση της αγάπης
Όπου δεν υπάρχει αγάπη
, υπάρχει φόβος (πρβλ. Α΄ Ιω. 4,18). Ο άνθρωπος απομονώνεται, φθείρεται, παγώνει υπαρξιακά.

11.  Η έλλειψη χαράς
Η θεία χαρά είναι καρπός του Πνεύματος
(Γαλ. 5,22). Η απουσία της οδηγεί σε πνευματική σήψη, σε αρνητισμό και εσωστρέφεια.

12.  Η άγνοια του Λόγου του Θεού
Ο Χριστός είπε
: «πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφάς» (Ματθ. 22,29). Η άγνοια του Ευαγγελίου είναι άγνοια του ίδιου του Θεού.

 

Β. Οι ενέργειες που οδηγούν στη ζωή

1.        Η πίστη ότι "θα ζήσω"
Η πίστη δεν είναι ψυχολογική αυθυποβολή
, αλλά ελπίδα ριζωμένη στο πρόσωπο του Χριστού, που «θανάτῳ τὸν θάνατον πατήσας».

2.        Η εγκράτεια και η φυσική κίνηση
Ο σώφρων τρόπος ζωής και η εγκράτεια ενισχύουν την καθαρότητα του νου και την ετοιμότητα της ψυχής
.

3.        Η είσοδος στο αγιαστήριο της καρδίας
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει
: «Εἰρήνη τοῦ σώματος ἐκ σιωπῆς τοῦ νοὸς γεννᾶται». Η σιωπή, η μελέτη και η εσωτερική λατρεία οδηγούν στον φωτισμό.

4.        Η καλλιέργεια ειρηνικού περιβάλλοντος.
Ο ειρηνοποιός είναι «υἱὸς Θεοῦ κληθήσεται»
(Ματθ. 5,9). Η ειρήνη ξεκινά από το ενδότερο και διαχέεται προς τα έξω.

5.        Η εγκατάλειψη της οργής
Όποιος επιλέγει την ειρήνη
, απορρίπτει την οργή και τις συγκρούσεις. Η πραότητα είναι χαρακτηριστικό των Χριστού γεννημένων.

6.        Η αγάπη χωρίς όρους
Η αγάπη δεν ζητά το δικό της
(Α΄ Κορ. 13). Δίνεται δωρεάν και καρποφορεί στο έλεος του Θεού.

7.        Η μελέτη της σοφίας του Θεού
Ο Σολομών γράφει
: «ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου» (Παρ. 1,7). Όποιος μελετά τα θεία, φωτίζει το είναι του και αναπλάθεται.

8.        Η συνείδηση της υιοθεσίας
Ο χριστιανός γνωρίζει ότι είναι «τέκνον Θεοῦ»
(Ρωμ. 8,16), και τούτη η συνείδηση γεννά ταπείνωση και ευγνωμοσύνη.

9.        Η κατανόηση της θείας πρόνοιας
«Πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθὸν τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεόν»
(Ρωμ. 8,28). Ακόμα και ο πόνος γίνεται όργανο σωτηρίας.

10.  Η εντρύφηση στην επιστήμη και στη σοφία
Η θεολογική σκέψη δεν αντιμάχεται την επιστήμη
. Αντιθέτως, η αληθινή επιστήμη δοξάζει τον Δημιουργό και υπηρετεί την αλήθεια.

11.  Η αφιέρωση στον Θεό μέσω μελέτης, προσευχής και μαρτυρίας
Όπου υπάρχει αφιέρωση
, εκεί γεννάται και ο αγιασμός. Ο άνθρωπος γίνεται φορέας του φωτός και ζωντανό ευαγγέλιο.

Συμπέρασμα

Η οδός της ζωής είναι η σταυρική και αναστάσιμη οδός του Χριστού. Δεν είναι εύκολη, αλλά είναι η μόνη που οδηγεί στην πληρότητα και στην αφθαρσία. Ο Ιησούς Χριστός, «ὁ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ιω. 14,6), είναι το υπόδειγμα και ο σκοπός της ύπαρξής μας. Όσοι Τον ακολουθούν, «ἔχουσι τὸ φῶς τῆς ζωῆς» (Ιω. 8,12).

Νεότερη Παλαιότερη