Η Πρακτική του λόγου του Θεού ζει στην απλότητα.

 


Η Πρακτική του λόγου του Θεού ζει στην απλότητα. 

Καμιά φορά προσπαθούμε να πούμε στους άλλους, ότι εμείς δεν κάνουμε λάθη, ενώ αυτοί κάνουν πολλά, και για να το αποδείξουμε αυτό, γινόμαστε αυστηροί με τους συνανθρώπους μας, ειδικά με τα οικεία πρόσωπα παιδιά κλπ. Εδώ θα αναφέρω ένα ανέκδοτο. Κάποτε πέθαναν σε ένα δυστύχημα τρεις φίλοι. Πήγαν μπροστά στον άγιο Πέτρο. Λέει ο άγιος Πέτρος στον πρώτο, «πόσες αμαρτίες έκανες;» απαντά αυτός «50» ο άλλος 100 και ο τρίτος λέει «εγώ καμιά αμαρτία δεν έκανα». Κοιτάζουν τα βιβλία και πράγματι δεν βρήκαν καμιά αμαρτία, και τον αφήνουν να μπει στον παράδεισο. Μόλις φτάνει στην πόρτα, πέφτει η πόρτα και ακούγεται από μέσα μια φωνή «εδώ χαζούς δεν θέλουμε». Αυτό θέλει να μας πει, ότι ας κάνουν λάθη όσοι είναι γύρω μας, και εμείς ας κάνουμε λάθη. Αυτό συμβαίνει, διότι υπάρχει μέσα μας η παλιά μας φύση, η οποία μας συντροφεύει για πολλά χρόνια. Όμως,  αν έχουμε αισθητήρια γεγυμνασμένα, αυτό μάς καθιστά ταπεινούς. Αν όμως δεν έχουμε, θα γίνουμε αυστηροί με τον εαυτό μας και με τους άλλους, κι αν γίνουμε αυστηροί, θα καταλήξουμε μόνοι μας και στο τέλος θα καταλήξουμε άρρωστοι. Μην αφήνουμε το κακό να μπαίνει στην ζωή μας και μην προσπαθούμε με αυτό να λύσουμε τα προβλήματά μας, διότι το κακό θα φέρει περισσότερο κακό, να μην ξεχνάμε «μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν.» (Ρωμ. 12:21). Αυτή είναι η λογική του Θεού, και αυτή να καταλάβουμε ώστε να την εντάξουμε στην ζωή μας. Κάποτε ήμουν στο κτήμα και προσευχόμουν για την ενότητα των ανθρώπων, ειδικότερα των χριστιανών, η οποία ξεκινά από το οικογενειακό περιβάλλον, μετά στην γειτονιά, μετά στην πόλη στην χώρα, στον κόσμο, κι έτσι γίνεται παγκόσμιο. Εκεί που προσευχόμουν, είδα τον Κύριο. Αυτός με πήρε από εκεί και με πήγε σε έναν μεγάλο αμπελώνα. Στον αμπελώνα αυτό ήταν πολλοί άνθρωποι  που εργάζονταν, ο καθένας από αυτούς είχε και από ένα διαφορετικό όνομα αλλά και από μία διαφορετική προσωπικότητα. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν κοντά στον Θεό. Σε αυτό το κτήμα ήταν όλοι κοντά στον Θεό, το κτήμα αυτό ήταν του Θεού, και ήταν ολόκληρος ο πλανήτης. Αυτά τα παιδιά που ήταν κοντά του, ήταν τα παιδιά του Θεού. Έτσι δήλωναν όλα, και ο Θεός έλεγε ότι τα αγαπά όλα. Εγώ ρώτησα «τόσοι άνθρωποι είναι εδώ Θεέ μου και λένε ότι σε έχουν Πατέρα.» αυτός μου είπε, «αυτό θα φανεί στο τέλος, όταν όλοι δοκιμαστούν στην αγάπη, στην δικαιοσύνη και στην ταπεινοφροσύνη, ποια είναι αληθινά παιδιά μου και ποια όχι. Εγώ σαν Πατέρας, θα δώσω σε όλους τις ίδιες δυνατότητες.», «πως θα φανεί;» ρωτάω. «Όλα αυτά τα παιδιά» μου λέει «είναι τα δόγματα.», «Κοίτα.» μου λέει, κοιτάζω και είδα ότι μπροστά τους όλοι τους είχαν ταμπελίτσες, όπως έχουν οι γιατροί, άλλος λεγόταν ορθόδοξος, άλλος καθολικός, άλλος ευαγγελικός, άλλος μουσουλμάνος, άλλος βουδιστής κλπ. Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, ήταν ότι μέσα στο κτήμα υπήρχαν πολλές ταμπέλες, οι οποίες είχαν μόνο ένα κεφάλαιο γραμμένο. Ποιο κεφάλαιο; Αυτό που μιλά για την αγάπη και είναι το 13 στην επιστολή προς Κορινθίους Α΄. Όλες οι ταμπέλες είχαν τον ύμνο της αγάπης παντού, παντού υπήρχε ο ύμνος της αγάπης, όπου και να κοίταζες, θα έβλεπες και μια ταμπέλα με τον ύμνο της αγάπης. Ο Θεός έδινε δουλειές στα παιδιά του μέσα στον αμπελώνα. Σε κάποιους έλεγε «εσύ να ποτίσεις τα δέντρα», δηλαδή θα έχεις αυτόν τον τρόπο με τον οποίο θα μιλάς για τον Θεό. Σε άλλον «εσύ να σκάβεις τα δέντρα», λίγο διαφορετικό τρόπο, σε άλλον «εσύ να σκαλίσεις τα δέντρα», άλλο τρόπο, σε άλλον «εσύ να φράζεις το κτήμα», άλλο τρόπο. Έχουμε ακούσει όλοι, ο Θεός έδωσε ιδιάζουσα μορφή Σοφίας σε κάθε άνθρωπο, λαό ή έθνος, ώστε όλοι να έχουμε χρεία ο ένας τον άλλον. Και ο λόγος που το έκανε, είναι για να φανεί η αγάπη. Η αγάπη σε δέχεται όπως είσαι και δεν κρίνει ποτέ κανέναν και τίποτα. Εκεί που τα παιδιά έκαναν την δουλειά τους, παρατήρησα ότι ο ένας κατηγορούσε τον άλλον, ο ένας αδελφός κορόιδευε τον άλλον, π.χ. «κοίτα τι κάνει ο ορθόδοξος, κοίτα τι κάνει ο καθολικός, κλπ.». Αυτό δεν το έκαναν όλοι, διότι μερικοί διάβαζαν κάθε μέρα την ταμπέλα με τον ύμνο της αγάπης. Αυτοί δεν έκριναν κανέναν, διότι καταλάβαιναν ότι όλοι έκαναν αυτό που τους έλεγε ο Θεός. Όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ακούγεται μια σάλπιγγα. Εκείνη την ώρα σταμάτησαν όλοι τις δουλειές τους και στράφηκαν προς την σάλπιγγα. Μετά την σάλπιγγα ακούστηκε η Φωνή του Θεού, «παιδιά μου». Μόλις ακούστηκε αυτή η λέξη, όλοι έπεσαν κάτω. Η φωνή του Θεού άρχισε να λέει  «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν.» (Ματθ. 11:28-30). Στην συνέχεια, η φωνή του Θεού είπε «το τραπέζι είναι έτοιμο, έλθετε να φάτε το μόσχο τον σιτευτό, τα εδέσματα του Θεού.». Ξεκίνησαν όλοι να πηγαίνουν στο τραπέζι. Όσοι είχαν διαφωνίες με τους αδελφούς, ενώθηκαν στον έναν δρόμο που οδηγούσε στο δείπνο, στο δρόμο της αγάπης. Τώρα αυτοί που μάλωναν μεταξύ τους στον αμπελώνα, θύμωσαν με τον Θεό, διότι το κάλεσμα ήταν για όλους, όπως συνέβη στην παραβολή του ασώτου, όπου ο αδελφός δεν ερχόταν στην χαρά του πατέρα για την επιστροφή του ασώτου. Έτσι, όσοι ήταν μαλωμένοι, έστριψαν και δεν έφτασαν ποτέ στο τραπέζι του Κυρίου. Ποιοι έφτασαν; Μόνο αυτοί που συνέλαβαν την αγάπη. Αυτός είναι ο σκοπός του καλέσματος του Θεού, να φτάσουμε στην αγάπη. Όπου ο Θεός δει αγάπη, κατεβαίνει και ευλογεί τον άνθρωπο αυτόν τον όποιον στη συνέχεια και υπηρετεί. Να καταλάβουμε, ότι ο στόχος όλων μας είναι η αγάπη, η ταπεινοφροσύνη και η ζώσα πίστη. Αυτά είναι τα στοιχεία που θα μας ενώσουν με τον Θεό. Αυτά, όταν τα καλλιεργούμε, τότε έρχεται η χαρά, η ειρήνη, η δικαιοσύνη, όλα έρχονται. Αυτός να είναι ο στόχος όλων ημών. Ο Απ. Παύλος αναφέρει για την αγάπη στην επιστολή προς Κορινθίους Α΄ κεφάλαιο 13, «Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι. Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται. ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην. νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.».

Νεότερη Παλαιότερη